Του π. Ηλία Μάκου
Σοκαριστικά τα επίσημα στοιχεία: Το πρώτο εξάμηνο του 2023 τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, που έχουν καταγγελθεί αγγίζουν τις 6.000! και παρουσιάζουν ραγδαία αύξηση σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Είναι υπερδιπλάσια από το πρώτο εξάμηνο του 2020 και του 2021, ενώ ξεπερνούν κατά πολύ και αυτά του πρώτου εξαμήνου του 2022.
Μεγάλος αριθμός, ο οποίος στην πραγματικότητα είναι ακόμη μεγαλύτερος, γιατί τα θύματα της βίας, κυρίως γυναίκες, αλλά και παιδιά, πολλές φορές δεν προχωρούν σε καταγγελίες.
Είναι αξιοσημείωτο ότι τα περιστατικά, που δεν καταγγέλλονται, δεν έχουν να κάνουν μόνο με φτωχές ή μεσαίες οικογένειες, αλλά και με οικογένειες, που διαθέτουν πλούτο και εξουσία.
Η δυσάρεστη αυτή εικόνα δείχνει ότι έχουν συμβεί αλλαγές στη δομή της οικογένειας, όπου η η αβεβαιότητα, οι δυσκολίες στη συνεννόηση και στην επικοινωνία, η υποχώρηση του ήθους, ο περιορισμένος χρόνος συνύπαρξης, η ψυχολογική ένταση, η έλλειψη αλληλοσεβασμού και τόσα άλλα, οδηγούν σε επικίνδυνο εκτροχιασμό την οικογένεια.
Είναι χαρακτηριστικά όσα έχει αναφέρει η Σοφία Βαγενά, αστυνομικός ΕΛ.ΑΣ, πρόεδρος Δικαιωμάτων και Ισότητας αστυνομικού προσωπικού ΠΟΑΣΥ.
Όπως επισήμανε πέραν των 6.000 καταγγελιών, που έγιναν σε ένα εξάμηνο για ενδοοικογενειακή βία, «υπάρχει ένας σκοτεινός αριθμός κακοποίησης γυναικών που δεν φτάνει ποτέ στις αρχές».
Όπως τόνισε «πρέπει να καταλάβει η γυναίκα τον κίνδυνο, που ενέχει όταν παραμένει στο σπίτι με τον κακοποιητή της. Ο κύκλος της κακοποίησης συνεχώς και θα διευρύνεται. Από τα πρώτα σημάδια πως θυματοποιείται και γίνεται αποδέκτης λεκτικής, σεξουαλικής και σωματικής κακοποίησης θα πρέπει η γυναίκα να φεύγει και να προχωρά σε καταγγελία».
Όλα αυτά συμβαίνουν γύρω μας. Και η κατάσταση χειροτερεύει και τα περιμένουμε όλα από το Κράτος ή τους άλλους.
Δεν μπορείς, αν διαθέτεις στοιχειώδη λογική και λίγη ευαισθησία να μη σε πιάνει απελπισία.
Αντικρίζεις από το ένα μέρος την εξάπλωση της δυστυχίας και από το άλλο το πηχτό σκοτάδι της αμεριμνησίας των πολλών, που αρκούνται να λένε πως είτε αυτοί δεν βλάπτουν κανένα, είτε δεν είναι αρμόδιοι για να επιληφθούν του ζητήματος.
Από τη λανθασμένη αυτή αντίληψη προέρχονται πολλά κοινωνικά δεινά, γιατί αυτή οδηγεί με σιγουριά σε μια παθητική και θα λέγαμε μοιρολατρική στάση απέναντι στα προβλήματα, που ζητούν ωστόσο άμεσες και δραστικές λύσεις.
Η Ελεωνόρα Ρούσβλετ είχε πει κάτι σημαντικό: “Προτιμώ να ανάψω ένα φως, παρά να καταριέμαι το σκοτάδι”. Και πολύ ορθά και δίκαια μίλησε. Δεν αρκεί να εναντιώνεσαι παθητικά σε μια θλιβερή και απαράδεκτη κατάσταση, αυτό μάλιστα οδηγεί σε αποδοχή της, αλλά χρειάζεται να αντιδράσεις ενεργητικά για την αλλαγή της, να πάρεις δηλαδή θέση. Δεν ωφελεί να καταριέται κανείς το σκοτάδι, εάν ο ίδιος με το παράδειγμά του δεν ανάψει έστω και ένα λιγοστό και αμυδρό φως, που θα είναι μια παρηγοριά μπροστά στην απελπισία.
Αν ο καθένας μας βλέποντας την ποικίλη βία, σκεφτόταν “τι μπορώ να κάνω για να την αποτρέψω”, πολλά θα είχαν διορθωθεί από τα ανάποδα και τα απαράδεκτα αυτής της κοινωνίας και η όψη της θα ήταν σήμερα διαφορετική.
Η βία δεν είναι δύναμη, είναι αδυναμία και σημαίνει απουσία της αγάπης. Γιατί η αγάπη η ίδια είναι δύναμη, όχι υλική, αλλά ψυχική. Είναι δύναμη εσωτερική, που προέρχεται από τα βάθη του είναι μας και μας αποδεικνύει στερεωμένους πάνω σε ατράνταχτα θεμέλια.
Το δράμα της σημερινής οικογένειας είναι ότι έχει διασπαστεί, έχει πάρει διαζύγιο από την αληθινή αγάπη και έχει μετατραπεί σε μια απλή συμβίωση, όπου είναι εύκολο να βρει έδαφος η βία, αφού οι καρδιές δεν είναι ημερωμένες και τα πάθη δεν είναι καταλαγιασμένα, τιθασευμένα και σβησμένα.
Αξίζει τον κόπο να είμαστε άνθρωποι με περιεχόμενο και αισθήματα. Αξίζει τον κόπο να είμαστε άνθρωποι με ανθρωπιά. Αξίζει τον κόπο να διώξουμε από μέσα μας τη βία και να μπουχτίσουμε από αγάπη.
Πηγή: Εφημερίδα “Political”