Συνέντευξη με την ηθοποιό και δημιουργό Άρτεμις Αγαθοπούλου

Share Button

Συνέντευξη : Κατερίνα Χατζηκωνσταντίνου

Η Άρτεμις Αγαθοπούλου είναι η δημιουργός και πρωταγωνίστρια της παράστασης «ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ: είσαι σίγουρος πως είσαι βουνό;». Με το ιδιαίτερο καλλιτεχνικό της ύφος, συνδυάζει το θέατρο με τη φιλοσοφία και τη σωματική έκφραση, προσφέροντας στο κοινό μια μοναδική εμπειρία γεμάτη συμβολισμούς και ανατροπές.

 Ποια ήταν η αρχική ιδέα πίσω από το έργο «ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ: είσαι σίγουρος πως είσαι βουνό;»; Τι σας ενέπνευσε;

Η αρχική ιδέα γεννήθηκε από την ανάγκη μου να μιλήσω για να εκφράσω όσα με προβληματίζουν, πιστεύοντας ότι δεν αφορούν μόνο εμένα. Μετά ήρθε η γραφή, η οποία συμπορεύτηκε κατά κάποιον τρόπο με τη σκέψη της performance. Είναι ένα σημερινό έργο που προέκυψε ξεκάθαρα από τη σημερινή κατάσταση που ζούμε. Τα τελευταία χρόνια περάσαμε από τον εκφοβισμό, τον εγκλεισμό, τον απόλυτο έλεγχο και τον διχασμό, τις καταστροφικές φωτιές και τις πλημμύρες, το ξεπούλημα των βουνών και των λιμανιών, την αλόγιστη βία, την ακρίβεια, μέχρι το σημείο να θρηνήσουμε 57 θύματα σε τρένο του ΟΣΕ με τους υπεύθυνους να μένουν ατιμώρητοι. Όλα αυτά κι ακόμα περισσότερα, όπως ο πόλεμος σε τόσα διαφορετικά σημεία του πλανήτη, μου ισχυροποίησαν την ανάγκη μου να επικοινωνήσω μέσω της θεατρικής γραφής και της θεατρικής πράξης, που είναι βίωμα και κατά μυστήριο τρόπο καταγράφεται στον άνθρωπο που το βιώνει, σαν να ανήκει στη ίδια τη ζωή.

Τι συμβολίζει ο τίτλος της παράστασης και πώς συνδέεται με το περιεχόμενό της;

Οι Διαστάσεις είναι οι διάφορες μορφές του εαυτού μας, στις διάφορες φάσεις της ζωής μας, αλλά και οι Διαστάσεις που μπορούμε να πάρουμε ως οντότητες μέσα από την γνώση και την προσωπική εξέλιξη. Ήθελα επίσης να ενεργοποιήσω το αμετακίνητο στον άνθρωπο, αυτό που τον καθιστά ανίκανο ν’ αντιδράσει. Γι αυτό και το «είσαι σίγουρος πως είσαι βουνό;» Αλήθεια πόσο μπορούμε ν’ αντέξουμε και γιατί;

Ποιες είναι οι μεγαλύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίσατε στη δημιουργία και παρουσίαση του έργου;

Ήταν η εσωτερική κόντρα, η κόντρα με τον εαυτό μου, που κατάφερε εν τέλει να λήξει χωρίς απώλειες. Δεν είχα απέναντι μου έναν συγγραφέα να αντιμετωπίσω, με τις σκέψεις και τις ιδέες του, με τον τρόπο γραφής του, είχα εμένα, οπότε για οποιοδήποτε πρόβλημα που έπρεπε να λύσω, ευθυνόμουν εγώ. Έτσι πείραζα εντός της διαδικασίας και το ίδιο το κείμενο. Τίποτα δεν ήταν παγιωμένο, όλα ήταν ρευστά. Επίσης έπρεπε να βρω τον τρόπο να φύγει από τον διδακτισμό, κάτι που πιστεύω το κατάφερα κυρίως με τη βοήθεια του σκηνοθέτη.

 Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Θωμά Λιώλιο στη σκηνοθεσία της παράστασης;

Ήταν άψογη από την αρχή μέχρι το τέλος. Ο Θωμάς είναι δικός μου άνθρωπος, είμαστε φίλοι και συνεργάτες εδώ και μια δεκαετία. Είναι επίσης ο άνθρωπος που μου έχει διδάξει το μεγαλύτερο μέρος της θεατρικής γλώσσας που γνωρίζω ως τώρα. Ήξερε τι είχα στο μυαλό μου και τι ήθελα να κάνω από τα πρώτα στάδια της γραφής, ήξερε ακόμη και πράγματα που εγώ μετά συνειδητοποίησα ότι ήταν αναγκαία να μπουν στην ερμηνεία μου. Έχει και μια εμπειρία πάνω από 40 χρόνια στον χώρο, αλλά πέρα κι απ’ αυτό, είναι η στόφα του, ο χαρακτήρας του και το ταλέντο του, που σε κάνουν να θέλεις να δουλεύεις μαζί του.

Υπάρχουν αυτοβιογραφικά στοιχεία στην παράσταση; Αν ναι, πώς αυτά διαμόρφωσαν το τελικό αποτέλεσμα;

Ναι υπάρχουν. Αρκετά. Αλλά προσπάθησα να μη μένει ο άλλος σ’ αυτά, να μπορεί να τα κάνει δικά του, γιατί όλοι έχουμε ζήσει ως παιδιά το παιχνίδι, την ανάγκη για επικοινωνία και για γνώση, όλοι είχαμε τις απορίες μας, περάσαμε την εφηβεία, είχαμε μνήμες από την φύση, όλοι τρομάξαμε μπροστά στην απώλεια, όλοι δυσκολευτήκαμε στο σχολείο. Κάποιοι προσαρμόστηκαν στην πορεία, μεγάλωσαν, και κάποιοι όχι, απλά σπάσαν τα καλούπια και φτιάξανε κάτι από την αρχή. Ήθελα όλα αυτά να τα φέρω στην επιφάνεια, να τα επεξεργαστώ εκ νέου και να καλέσω και τον κόσμο να τα επεξεργαστεί. Με τη μέχρι τώρα εμπειρία μου με το κοινό, τα έχω καταφέρει σε μεγάλο βαθμό. Θέλω να πω, δεν ήθελα, ούτε εγώ, ούτε οι συνεργάτες μου, να φτιάξουμε μια «μεγάλη» παράσταση, αλλά μια παράσταση λειτουργική.

Ποια είναι η μεγαλύτερη δυσκολία στο να εκφράσει ένας καλλιτέχνης την αλήθεια του στη σκηνή;

Για μένα το πρώτο πράγμα είναι το να την γνωρίζει αυτή την αλήθεια, να την έχει ψάξει και να την έχει, κατά πολύ, ανακαλύψει, να έχει ήδη φέρει στο φως τα περισσότερα κομμάτια της. Πρέπει να ξέρει για πιο λόγο κάνει αυτό που κάνει.  Γιατί έχει επιλέξει αυτό το έργο, αυτόν τον ρόλο, αυτό το κείμενο, αυτήν την ερμηνευτική προσέγγιση. Πρέπει να γνωρίζει τον λόγο που βρίσκεται στη σκηνή, όπως βρίσκεται, τον βαθύτερο λόγο. Από εκεί και πέρα όλα παίρνουν τον δρόμο τους με την συνεχόμενη εργασία. Γιατί χωρίς δουλειά τίποτα δεν ολοκληρώνεται.

Θεωρείτε ότι το ελληνικό κοινό είναι ανοιχτό σε πιο πειραματικά ή προσωπικά έργα όπως το δικό σας;

Το μόνο που θεωρώ και πιστεύω σ’ αυτό, είναι πως το ελληνικό κοινό τα έχει ανάγκη. Προσωπικά δεν συμφωνώ με τη ρήση «Η Τέχνη για την Τέχνη», λες και η Τέχνη είναι κάτι αποκομμένο από τον ίδιο τον άνθρωπο και την ίδια τη ζωή, ή είναι για τους λίγους και εκλεκτούς, που πρέπει να γνωρίζουν για να την καταλάβουν, όχι. Πιστεύω στην λειτουργική τέχνη, στην τέχνη για τον άνθρωπο, στη τέχνη που μιλάει, που μέσω αυτής ο δημιουργός βγάζει την ψυχή του στην επιδερμίδα, όπως γράφει ο Κ.Μπούρας και λέει και ξαναλέει ο Θωμάς, για να μοιράσει τις ιδέες, τις σκέψεις και τα συναισθήματα του στον κόσμο. Σε αυτόν τον δρόμο μόνο προσωπικά, ανοιχτά και πειραματικά μπορεί να είναι τα πράγματα.

Τι ρόλο παίζει η θεατρική δημιουργία στη δική σας προσωπική αναζήτηση και εξέλιξη;

Ξεκίνησα από τα εικαστικά, όπου η ιδέα, η ψυχή, η φιλοσοφία και η έμπνευση (εκ του μηδενός συνήθως) πάνω σε ένα λευκό καμβά, ή έναν άδειο χώρο δημιουργούν το έργο. Εργάστηκα πολύ με τη παρατήρηση, το μάτι και τα χέρια. Δούλεψα γλυπτική, ζωγραφική, φωτογραφία, ταξίδεψα. Άρχισα να γίνομαι μέρος του έργου, πήγα στην performance, ανακάλυψα τρόπους να εργαστώ με το σώμα μου, με τη φωνή μου, έγραφα πάντα πολύ, έπαιζα μουσική, χόρευα, πήγα στο θέατρο, άρχισα να δουλεύω με τον λόγο, την κίνηση, την ερμηνεία, να ψάχνω στον χρόνο και στον χώρο, τους διαφορετικούς χαρακτήρες στις διαφορετικές συνθήκες, μάθαινα πιο πολύ τον εαυτό μου. Το θέατρο για μένα, με τον τρόπο που το προσεγγίζω και εργάζομαι, είναι παραπάνω από μία τέχνη. Είναι κάτι το μεταφυσικό, ένα ισχυρό βίωμα που μπορεί να συγκινήσει, να συνταράξει, να συμπαρασείρει, που αν και εφήμερο, αφήνει ένα ισχυρό αποτύπωμα. Πλέον είναι αναπόσπαστο κομμάτι της προσωπικής μου αναζήτησης και πορείας.

Πώς αντιδρά το κοινό όταν βλέπει μια τόσο ειλικρινή και συναισθηματικά φορτισμένη παράσταση;

Ζήσαμε διάφορες συμπεριφορές και αντιδράσεις. Καμία αδιάφορη, γι αυτό αισθάνομαι πως κερδίσαμε ένα στοίχημα. Το κοινό παρασύρεται, παρακολουθεί με προσήλωση. Κάποιοι συγκινούνται. Κάποιοι συγκινούνται πολύ. Μου έχει τύχει να έρθει να μ’ αγκαλιάσει άνθρωπος στο τέλος κλαίγοντας με λυγμούς. Υπήρξε όμως και ένας που προσβλήθηκε, γιατί θεώρησε ότι του επιτέθηκα, βασικά θεώρησε ότι ανήκε σε αυτούς που επιτίθεται το έργο. Δεν το πήρα ως ήττα, προς Θεού. Ήταν ένα σημάδι, ότι υπάρχει κι αυτή η θέση, γιατί υπάρχει.

Τι σημαίνει για εσάς το Θέατρο ΔΡΟΜΟΣ ως χώρος έκφρασης και δημιουργίας;

Είναι ένα ιστορικό θέατρο, στο κέντρο της πιο ιστορικής και ζωντανής πόλης. Γίνονται πολύ όμορφα πράγματα εκεί, δημιουργικές συναντήσεις και συζητήσεις, εργαστήρια, πέρα από τις δυνατές παραστάσεις που ανεβάζει και φιλοξενεί. Επίσης βρίσκεται σε μια γειτονία που είναι γεμάτη νέο κόσμο. Για μένα είναι υπέροχη ευκαιρία και το περιμένω πως και πως.

Πώς διαχειρίζεστε την έκθεση της προσωπικότητάς σας μέσα από τη δουλειά σας;

Είναι πολλά χρόνια που εκτέθηκα στους δρόμους της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης σε εντελώς τυχαίο κοινό, στους απλούς περαστικούς, που δεν είχαν επ’ ουδενί επιλέξει να δουν ένα δρώμενο. Έχω κάνει street performances με μουσική και εικαστικές εγκαταστάσεις. Έχω συνηθίσει την έκθεση. Αλλά πάντα προσέχω να διαχωρίζω τη δουλειά από την προσωπική μου ζωή. Σίγουρα μέσα στη δουλειά μου υπάρχω κι εγώ, αλλά κυρίως υπάρχει ο τρόπος που επεξεργάζομαι αυτά που ζω, όχι το τι ακριβώς ζω.

 Υπάρχει κάποια στιγμή στην πορεία σας που θεωρείτε καθοριστική για το ποια είστε σήμερα ως καλλιτέχνης;

Ναι σίγουρα και όχι μία. Είναι πολλές, θα αναφέρω κάποιες. Αρχικά ήταν η είσοδος μου στη Σχολή Καλών Τεχνών, μετά η στιγμή που απέκτησα το βανάκι μου και πήρα τους δρόμους, άλλη μια πολύ δυνατή στιγμή ήταν όταν πήρα στα χέρια μου τη πρώτη μου ποιητική συλλογή και τέλος όταν πρωτοπαίχτηκε αυτός ο μονόλογος που θα παρακολουθήσετε.

Αν μπορούσατε να μιλήσετε στον νεότερο εαυτό σας, τι συμβουλή θα του δίνατε για τη θεατρική σας πορεία;

Να κοιτάζει και μέσα και έξω με το ίδιο πάθος για γνώση, να μη θεωρήσει ποτέ ότι έφτασε, να συνεχίζει το ταξίδι και να τολμάει κι άλλο, κι άλλο…

Ποιοι καλλιτέχνες ή έργα σας έχουν επηρεάσει περισσότερο;

Ο Καζαντζάκης, ο Gibran, ο Jim Morisson, η Γώγου, ο Άσιμος, ο Λειβαδίτης, ο Brecht, o Μπέγκετ, o Τερζόπουλος και πολλοί άλλοι.

Υπάρχουν άλλες ιδέες ή πρότζεκτ που ετοιμάζετε ή σκέφτεστε για το μέλλον;

Ναι τρέχουν αρκετά πράγματα ήδη και κάποια είναι στα σκαριά. Αυτή τη στιγμή δισκογραφούμε τα κομμάτια μας και είμαστε και εν μέσω συναυλιών ανά την Ελλάδα με τον σύντροφο και συνεργάτη  μου Νικόλα Μποντίνα  και το loop project «Εμείς τα θαύματα, αυτοί τις μπίζνες». Παίζουμε στα Εξάρχεια στο Poetry 2 Φλεβάρη και στο Symposium 6 Φλεβάρη. Σκηνοθετώ ένα έργο της Μαρίας Τσιμά τα «ΙΣΙΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» που θα κάνει πρεμιέρα σε λίγο καιρό στο Θέατρο ΦΑΟΣ και θα περιοδεύσει. Ετοιμάζουμε με τον Θωμά άλλες δύο θεατρικές παραγωγές για το καλοκαίρι. Συγχρόνως ολοκληρώνεται και η έκδοση της τρίτης ποιητικής μου συλλογής από τις εκδόσεις Νίκας. Αν κάτσω να σκεφτώ είναι και άλλα…

Πώς φαντάζεστε το μέλλον του θεάτρου στην Ελλάδα, ειδικά για νέους καλλιτέχνες;

Γενικά το μέλλον είναι δυσοίωνο και δεν είμαι ένας άνθρωπος που με χαρακτηρίζει η απαισιοδοξία. Αλλά ναι φαντάζομαι ότι μέσα σε όλη αυτή την δύσκολη κατάσταση για τη χώρα, θα ξεπηδήσουν νέοι δημιουργοί που θα ανανεώσουν το θέατρο και τις τέχνες γενικά, δημιουργώντας ομάδες – πυρήνες που θα συμπορεύονται, θα ερευνούν και θα εκφράζονται, πέρα από τα υπάρχοντα στερεότυπα, κλίκες και θεσμούς.

Αν έπρεπε να συνοψίσετε την εμπειρία της παράστασης σε μία φράση, ποια θα ήταν αυτή;

“Μια άγνωστη διάσταση.”

Σας ευχαριστώ πολύ και εύχομαι καλή επιτυχία!

Κι εγώ σας ευχαριστώ .

Συνέντευξη : Κατερίνα Χατζηκωνσταντίνου / Αρχισυντάκτρια

ΠΗΓΗ: https://thessculture.gr/

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *