Του π. Ηλία Μάκου
Δεν είναι λίγες οι φορές, μερικοί, αγανακτισμένοι και πιεσμένοι απ’ ότι συμβαίνει μέσα μας και γύρω μας, λέμε, σε θεωρητικό επίπεδο, ότι “θα πάρουμε τα βουνά”.
Μια μικρή ομάδα ανθρώπων στη χώρα μας, το έκανε στην πράξη. Η ειδησεογραφία των ημερών ασχολείται με ορισμένα άτομα, δεν είναι πολλά, που κυριολεκτικά πήραν τα βουνά, δηλώνοντας Ρωμιοί κα παλαιοχριστιανοί, ζουν κοινοβιακά μακριά από τον υπόλοιπο κόσμο, κάτω από ιδιότυπες συνθήκες διαβίωσης, επιλέγοντας ένα συγκεκριμένο ταυτοτικό τρόπο επιβίωσης και συμπεριφοράς.
Πάνε κόντρα στον πολιτισμό της εποχής μας, αρνούνται τις ανέσεις, απορρίπτοντας την επιστημονική πρόοδο και την τεχνολογία, διασφαλίζουν την τροφή τους κατά κύριο λόγο με προϊόντα, που παράγουν οι ίδιοι, στις πεποιθήσεις τους είναι τα παιδιά τους να μην φοιτούν σε σχολεία, αλλά να αυτομορφώνονται, και έχουν αυτοσχέδιο ναό για να ακολουθούν τη λατρεία. Επιπλέον αισθάνονται “αδελφοί” μεταξύ τους και έτσι προσφωνούν ο σύζυγος τη σύζυγο και αντίστροφα, τα παιδιά τους γονείς και αντίστροφα.
Ο όρος “Ρωμιοί”, που χρησιμοποιούν για να αυτοπροσδιοριστούν, προέρχεται από την περιοχή Ρωμανία, η οποία μετά την διάσπαση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας σε δυτική και ανατολική, ταυτιζόταν άλλοτε με τη μία και άλλοτε με την άλλη. Τελικά, όταν κατέρρευσε η δυτική αυτοκρατορία, αποδόθηκε στο Βυζάντιο. Μετά την ανεξιθρησκεία και την παύση των διωγμών κατά των Χριστιανών, επειδή οι Έλληνες την εποχής εκείνης πίστευαν ακόμη στο Δωδεκάθεο, οι ελληνόφωνοι Ρωμαίοι αυτοχαρακτηρίστηκαν “Ρωμιοί”. Και επέλεξαν να θρησκεύουν ως χριστιανοί με ειδικούς κανόνες, ενώ η περίοδος από τον 4ο έως τον 7ο μ.Χ. αιώνα ονομάστηκε παλαιοχριστιανική.
Οι σημερινοί αυτοαποκαλούμενοι παλαιοχριστιανοί, θεωρούν ότι ακολουθούν τους χριστιανούς της παλαιοχριστιανικής περιόδου, 14 περίπου αιώνες μετά, και ταυτόχρονα δηλώνουν ότι μοιάζουν και με τους Άμις (πρωτοεμφανίστηκαν σε Ελβετία και Γερμανία), οι οποίοι αποτελούν μια προτεσταντική αίρεση του 17ου αι, που διατηρείται έως τις ημέρες μας.
Κύρια χαρακτηριστικά των Άμις είναι ο υπερσυντηρητικός και φανατικός χριστιανισμός, η αποφυγή να συναναστρέφονται ανθρώπους εκτός της κοινότητας, η ταπείνωση του εγώ, μέσω της καταπολέμησης του ατομικισμού, και η γαλήνη της ψυχής, γι’ αυτό και αποφεύγουν τα πολιτισμικά επιτεύγματα, πιστεύοντας ότι μόνο έτσι, μπορούν να εκπληρώσουν το σκοπό τους, που είναι η πλήρης υποταγή στον Θεό.
Παρ’ ότι ο πολιτισμός μας περνά βαθιά κρίση, δεν πρέπει – κατά τη γνώμη μας-να υιοθετούνται πρακτικές, όπως αυτές των παλαιοχριστιανών και των Άμις (βέβαια ο καθένας δικαιούται να ρυθμίσει τη ζωή του, όπως θέλει), που αποτελούν οπισθοδρόμηση, αλλά η μάχη να δίνεται όχι με την απόσυρση, τον ιδιωματισμό και τον εγκλωβισμό, αλλά με τον ενεργό αγώνα, μέσα στην κοινωνία, για να αλλάξει η θλιβερή, όντως, ηθική κατάσταση, που βιώνουμε.
Σαφώς και ο κόσμος, που ζούμε, είναι σκληρός και ίσως χειρότερος από τον χθεσινό. Παλαιότερα κουβεντιάζαμε ο ένας με τον άλλον για τον πόνο μας και τη χαρά μας, νιώθαμε τον διπλανό μας σαν δικό μας. Πλέον γίναμε ατομικιστές, κλεισθήκαμε στον εαυτό μας, υψώσαμε τείχη ανάμεσά μας, ώστε να μην μας ενδιαφέρει ο άλλος.
Οι προβλέψεις για το μέλλον αυτού του κόσμου είναι ανησυχητικές και με μαύρα χρώματα, ζωγραφίζονται οι μέρες, που μας περιμένουν. Η απογοήτευση και η αβεβαιότητα βασιλεύουν, ενώ νέοι συνεχώς κίνδυνοι παραμονεύουν πίσω από κάθε βήμα μας.
Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως λύση είναι να αποκοπούμε κοινωνικά. Το αντίθετο αξίζει και οφείλουμε να κάνουμε. Εντός της κοινωνία να κατορθώσουμε να σταθούμε όρθιοι πνευματικά και να παλέψουμε ενάντια στην ανάμειξη του καλού με το κακό. Ενάντια στην εξασθένιση του σωματικού μας σθένους και της ηθικής μας αντοχής. Ενάντια στην απανθρωπιά και στην παχυλή αδιαφορία, που έχει κυριέψει τις καρδιές των σύγχρονων ανθρώπων, και αποτελούν απόστημα και καρκίνωμα επικίνδυνο για τον πολιτισμό μας.
Καλούμαστε, όχι αποσυρόμενοι σε κλειστές ομάδες, αλλά αγωνιζόμενοι συλλογικά, αναλαμβάνοντας ο καθένας μας την προσωπική του ευθύνη, να αρνηθούμε ό,τι εξασθενίζει το κοινωνικό μας προσκήνιο. Να αρνηθούμε τον μεγάλο οδοστρωτήρα του συμφέροντος, που σαρώνει στο πέρασμά του κάθε ηθική μας ικμάδα και μετατρέπει την κοινωνία μας σε πεδίο αλληλοσυγκρουόμενων εγωισμών και ψυχικής καταπίεσης.
Μπροστά στα φαινόμενα αυτά, επιβάλλεται να σκεφτούμε τι πρέπει να κάνουμε. Μια λύση, κάκιστη εκτιμούμε, είναι να μην κάνουμε τίποτα, και να αυτοαπομονωθούμε, γιατί έχει πολύ προχωρήσει το κακό, που τίποτα δεν μπορεί να το αναχαιτίσει. Όχι, δεν είναι λύση αυτή, γιατί στα χέρια μας βρίσκεται το κλειδί για τη λύση του δράματος.
Αντί, λοιπόν, απεγνωσμένα και απαισιόδοξα να σταυρώσουμε τα χέρια και να στραφούμε σε παθητικές καταστάσεις ή να κάνουμε ακραίες κινήσεις, χρειάζεται μια ώθηση προς τα εμπρός και τα ψηλά, χωρίς να λιποτακτήσουμε από το στρατόπεδο της αλήθειας και της αγάπης.
Πηγή: Εφημερίδα “Political”