του Παναγιώτη Β.Νταή
Μετά την απόφαση της Συγκλήτου του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, έχουμε πλέον την πλήρη εικόνα για το θέμα του Πανεπιστημιακού Τμήματος της Ηγουμενίτσας. Επιβεβαιώθηκε ότι η ίδρυση του Τμήματος Διερμηνείας και Μετάφρασης με το νόμο του 2018, δεν βασίστηκε σε ακαδημαϊκά αλλά ούτε σε πραγματικά δεδομένα.Έγινε για καθαρά πολιτικούς λόγους. Για να μην φανεί δηλαδή ότι η τότε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ υποβάθμιζε τη Θεσπρωτία, αφήνοντάς την εκτός «πανεπιστημιακού χάρτη», ενόψει των επικείμενων εκλογών.
Ακριβώς επειδή οι λόγοι ίδρυσης ήταν καθαρά κομματικοί – ψηφοθηρικοί (και ενόψει της διαφαινόμενης κυβερνητικής αλλαγής), κανένας από τους αρμόδιους δεν ενδιαφέρθηκε ουσιαστικά να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις έναρξης λειτουργίας του Τμήματος (εξεύρεση ανθρώπινου δυναμικού, οικονομικών πόρων, υλικοτεχνικής υποδομής κ.α.). «Βούτυρο στο ψωμί» δηλαδή της πανεπιστημιακής κοινότητας που ποτέ δεν είδε με …καλό μάτι το Τμήμα. Η συγκεκριμένη κατάσταση βόλεψε αφάνταστα τη σημερινή Κυβέρνηση της ΝΔ, η οποία επικαλούμενη τη σαθρή αυτή εικόνα, προχώρησε στην αναστολή λειτουργίας και ουσιαστικά στην κατάργηση του Τμήματος. Βλέπετε, είμαστε ακόμη στην αρχή της τετραετίας, η Κυβέρνηση διανύει «περίοδο χάριτος» και οι ιθύνοντες (είτε εδώ ή στην Αθήνα) υποθέτουν ότι μέχρι τις επόμενες εκλογές το θέμα θα έχει ξεχαστεί και κάτι άλλο θα βρουν να κάνουν για να κερδίσουν τις εντυπώσεις στη Θεσπρωτία.
Το «μάθημα» που πρέπει να αποκομίσουμε από την υπόθεση αυτή έχει δύο διαστάσεις:
Η πρώτη είναι ότι δεν πρέπει οι αποφάσεις να λαμβάνονται με κομματικά κριτήρια, γιατί έτσι είναι θνησιγενείς και επιρρεπείς σε ανατροπές, όταν η πολιτική κατάσταση αλλάζει.
Η δεύτερη είναι, ότι δεν μπορούμε να διεκδικούμε βασιζόμενοι μόνο στο επιχείρημα της αδικίας που διαπράττεται ενάντια σε μια ακριτική και προβληματική περιοχή. Να είμαστε σίγουροι ότι αδικίες υφίστανται και άλλες ακριτικές περιοχές,πιο προβληματικές από τη δική μας.
Το Υπουργείο Παιδείας, όταν ανακοίνωσε την κατάργηση των 37 Τμημάτων εξέφρασε την πρόθεση να επανεξετάσει την απόφαση του 2018. Με ποια επιχειρήματα θα διεκδικήσουμε τη λειτουργία νέου Τμήματος στην Ηγουμενίτσα; Σίγουρα όχι μόνο με την επίκληση της αδικίας (που όντως υπάρχει) ή βασιζόμενοι στην υποτιθέμενη (και σίγουρα πρόσκαιρη) δύναμη ντόπιων πολιτικών. Τα δοκιμάσαμε και αποτύχαμε.
Αντίθετα, πρέπει να βασιστούμε σε πραγματικά δεδομένα. Και ποια είναι αυτά;
Πρώτον, για να είναι ελκυστικό ένα Τμήμα για διδάσκοντες και διδασκόμενους, πρέπει να προσφέρει ευκαιρίες έρευνας, πρακτικής άσκησης και επαγγελματικής αποκατάστασης. Σε ποιους τομείς έχει η περιοχή μας συγκριτικά πλεονεκτήματα; Στην ιχθυοκαλλιέργεια και στα ναυτιλιακά. Συνεπώς, για τέτοιου είδους σπουδές πρέπει να ζητήσουμε Τμήματα, για να έχουμε πιθανότητες επιτυχίας.
Δεύτερον, πρέπει να υπάρχουν οι κατάλληλες υποδομές και ο εξοπλισμός για τη λειτουργία του Τμήματος. Η χρήση του χώρου του ΞΕΝΙΑ είναι μια λύση, σίγουρα όχι η καλύτερη, αλλά με τα σημερινά δεδομένα δεν υπάρχει άλλη έτοιμη εναλλακτική. Χρειάζεται όμως βελτίωση των υποδομών και ανανέωση του εξοπλισμού. Προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να πιεστούν για να κινηθούν οι πανεπιστημιακοί φορείς, στην ανάγκη ζητώντας από το Υπουργείο Πολιτισμού, αποχαρακτηρισμό του κτηρίου από το μνημειακό του χαρακτήρα, προκειμένου να εκσυγχρονιστούν οι εγκαταστάσεις. Σίγουρα υπάρχουν άλλα πιο σημαντικά και πιο καλοδιατηρημένα κτήρια, που συνδέονται πιο άμεσα με την εμβληματική δουλειά του αείμνηστου μεγάλου αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη, από το ΞΕΝΙΑ Ηγουμενίτσας. Στο ίδιο πλαίσιο πρέπει να εξεταστεί και η ολοκλήρωση των εργασιών για τη φοιτητική εστία, η οποία τελευταία ακούγεται ότι προορίζεται όμως για άλλη χρήση.
Τρίτον, η ίδια η πόλη πρέπει να υποστηρίξει και να διευκολύνει τη λειτουργία του Τμήματος. Με την ολοκλήρωση των μεγάλων οδικών αξόνων η Ηγουμενίτσα έχει αποκτήσει εύκολη πρόσβαση. Δεν έχουν όμως όλοι και κυρίως οι φοιτητές ι.χ. αυτοκίνητα. Άρα, πρέπει να δημιουργηθούν κατάλληλες συνθήκες πρόσβασης με τα πάσης φύσεως μέσα μαζικής μεταφοράς, και προς τα εκεί πρέπει να οδηγηθούν οι αρμόδιοι φορείς. Αλλά και ο εμπορικός κόσμος, καθώς και οι επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται στο χώρο της εστίασης και της ψυχαγωγίας, μπορούν να αναλάβουν πρωτοβουλίες για να γίνει η αγορά, η διασκέδαση και τελικά η ίδια η πόλη πιο ελκυστική για τη νεολαία και όχι μόνο. Η τοπική αυτοδιοίκηση πρέπει να αναλάβει την ευθύνη συνεννόησης και συνεργασίας όλων των φορέων για να συζητηθούν όλα αυτά τα θέματα και να ληφθούν αποφάσεις.
Συνεπώς, η πρόταση που θα υποστηριχθεί πρέπει να συνδυάζει όλα τα προαναφερόμενα κριτήρια (ακαδημαϊκά, πόροι και στήριξη από την τοπική κοινωνία). Η όποια υποστήριξη πολιτικών δυνάμεων και προσώπων, είναι βεβαίως ευπρόσδεκτη, αλλά δεν είναι αρκετή. Μόνο η σοβαρή, συλλογική και οργανωμένη προσπάθεια σε όλα τα επίπεδα, μπορεί να φέρει θετικό αποτέλεσμα.
Παναγιώτης Β. Νταής
Δημοτικός Σύμβουλος Ηγουμενίτσας