Ο Αναστάσιος πηγή Αγάπης και μετά το θάνατό του – Άγνωστα περιστατικά από τη ζωή του

Share Button

Του π. Ηλία Μάκου

Έφυγε πλήρης ημερών και πλήρους προσφοράς και πλήρους πνευματικότητας και πλήρους αναγνώρισης  από τη ζωή, το Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2025, ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, μια ακτινοβολούσα διεθνώς προσωπικότητα, που, ας μην θεωρηθεί υπερβολή, αν πούμε ότι τέτοιες μορφές, σπανίζουν στο διάβα του χρόνου και της ιστορίας.

Θα λείψει η άπλετη, η καθαρή και η χωρίς όρια αγάπη του, αλλά και η φωτισμένη παρουσία του  από τους Έλληνες, που ήταν κομμάτι της καρδιάς τους,  από τους Αλβανούς, που τους αγκάλιασε όλους ανεξαιρέτως, χωρίς διακρίσεις και προϋποθέσεις, από τους Αφρικανούς, όπου έδρασε με ζήλο ιεραποστολικό,  από τους Ορθόδοξους, που ήταν η έμπνευσή τους, αλλά και  από τους ετερόδοξους, που τον έβλεπαν ως ευρυμαθή και ειρηνικό ποιμένα και σέβονταν τις απόψεις του και είχε ειδική βαρύτητα η γνώμη τους.

Η σημαντική και πρωτοποριακή αυτή φυσιογνωμία της εποχής μας απέδειξε τη γνήσια χριστιανική ζωή με λόγια, έργα και συμπεριφορές.

Αγωνιστής ή καλύτερα μαχητής, αλύγιστος και ακλόνητος, αλλά με ήπια χαρακτηριστικά,  ανέστησε από την τέφρα της μια καταδιωκόμενη και ρημαγμένη κατά τα χρόνια του αθεϊσμού στην Αλβανία Ορθόδοξη Εκκλησία.

Της έδωσε την πνοή του. Της έδωσε τις ανάσες του. Της έδωσε την ψυχή του. Της έδωσε τη ζωή του. Χωρίς κανένα απολύτως αντάλλαγμα. Με μόνο κίνητρο, με μόνη δύναμή του, της ψυχής του το θείο χρέος.

Υπήρξε  μια φωτεινή μορφή της Εκκλησίας και της Θεολογίας, που ένωνε και δεν δίχαζε με  το πολυσήμαντο και πολύπλευρο ποιμαντικό, φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο του.

Πνευματική υπόσταση και ύπαρξη μεγάλων διαστάσεων, μέσα στην ταπεινότητα και την απλότητά του, αυτό  ήταν το μεγαλείο του, χωρίς κανένα ίχνος θρησκευτικής μισαλλοδοξίας, άφησε το ισχυρό αποτύπωμά του, υπερασπιζόμενος την κοινωνική δικαιοσύνη, την αγάπη και την ειρήνη, σημαδεύοντας  με θεϊκά σημάδια την Ορθοδοξία, αλλά και ολόκληρο τον θρησκευτικό χώρο.

Κατέθετε διαρκώς την πολύτιμη πνευματική του εμπειρία, στη σύγχρονη κοινωνία, που παλεύει με άλλου είδους “καταθέσεις”, και  αποτελεί έναυσμα και αφετηρία και ευκαιρία για αλλαγή νοοτροπίας, φώτιση, συνετή σκέψη και προσεκτική μελέτη των πραγμάτων.

Όσο ζούσε όρισε το σημείο ταφής του, σε ειδική κρύπτη κάτω από το Ιερό Βήμα του καθεδρικού ναού «Ανάσταση», την οποία είχε ετοιμάσει.

Άρα ήταν σταθερή η απόφαση να… μείνει στην Αλβανία και μετά το θάνατό του. Δεν ήταν στιγμιαία επιλογή, αλλά  συνειδησιακή.

Και δεν θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά, αφού για 34 περίπου χρόνια η καρδιά του ήταν αφιερωμένη και αφοσιωμένη σ’ αυτό τον τόπο και τους κατοίκους του, τους οποίους ούτε για μια στιγμή σκέφτηκε να τους εγκαταλείψει, ακόμη και όταν τα πράγματα έπαιρναν επικίνδυνη τροχιά. Αντίθετα έκανε ό,τι μπορούσε για να τους ευεργετήσει ποικιλοτρόπως, καθώς τους ένιωθε ως αδελφούς και όχι ως ξένους.

Παρ΄ ότι καταγόταν από την Ελλάδα και ποτέ δεν απαρνήθηκε το αίσθημα και την αίσθηση του Έλληνα, η Αλβανία υπήρξε η πνευματική του γη, άρα και η πνευματική του πατρίδα και το να ταφεί εκεί, αφήνει διαχρονικά το μήνυμα της ενότητας όχι μόνο των Ορθοδόξων, αλλά και όλων των λαών.

Συχνά χρησιμοποιούσε μια εικόνα: Ένα δάσος δεν είναι όμορφο μόνο όταν υπάρχει  ένα είδος δέντρου, αλλά όταν υπάρχουν πολλά. Και έλεγε: “Όλα τα δέντρα είναι ελεύθερα να αναπτυχθούν κάτω από τον Ήλιο της Δικαιοσύνης. Αντί να έχουμε αυτή την ποικιλία ως παράγοντα συγχύσεως, αναδείξαμε τον καθολικό χαρακτήρα της Εκκλησίας”.

Από τα Τίρανα ο Αναστάσιος θα εξακολουθεί να στέλνει το σάλπισμα της αδελφοσύνης και ο τάφος του θα είναι πηγή, αλλά και απόδειξη αγάπης χωρίς σύνορα.

ΑΓΝΩΣΤΑ ΠΕΡΙΣΤΑΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ

Έχουν ενδιαφέρον ορισμένα περιστατικά, που αποκαλύπτουν το εύρος, το βάθος και το ήθος του χαρακτήρα του,  ο οποίος  δεν ήταν του κόσμου τούτου και τα οποία έχει διηγηθεί ο ίδιος ή προέρχονται από μαρτυρίες τρίτων.

*Την άνοιξη του 1929 η 39χρονη τότε αείμνηστη μητέρα του ήταν έγκυος στον ίδιο. Οι γιατροί  της είπαν ότι είναι πολύ αδύναμη, πολύ ασθενική και είναι απαραίτητο να μην κρατήσει το μωρό της, αλλά να διακόψει την κύηση. Εκείνη, όμως, ήταν πολύ πιστός άνθρωπος και δήλωσε ότι δεν μπορεί να κάνει κάτι τέτοιο. Πήγε στην εκκλησία του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στον Πειραιά, παρακαλώντας και ικετεύοντας: «Αχ Παναγία μου, βοήθησέ μας εμένα και το παιδί μου. Και όταν ήρθε η ώρα, στις 4 Νοεμβρίου του 1929 γεννήθηκε φυσιολογικά ο   Αναστάσιος.

*Ένα βράδυ, την περίοδο της Κατοχής, στο σπίτι του στην Κυψέλη, ήταν μόνος στην ταράτσα, προσευχήθηκε στο Θεό και είπε: «Ω, Κύριέ μου, αν υπάρχει πραγματικά, δώσε μου ένα σημάδι γι’ αυτό. Βοήθησέ με να πιστέψω. Από κείνη τη στιγμή, άρχισε μια βαθιά βεβαιότητα μέσα του για την ύπαρξη του Θεού της αγάπης και την παρουσία Του στη ζωή του.

*Την απόφαση να γίνει κληρικός την πήρε το 1954, όταν υπηρετούσε στο γραφείο διαβιβάσεων του στρατού. Μεταδιδόταν η εσπερινή ακολουθία της Μεγάλης Τρίτης και άκουσε τα λόγια του Χριστού από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο: : Αν του σιταριού ο σπόρος πέσει στη γη αλλά δεν πεθάνει, μένει ένας μονάχος σπόρος· αν όμως πεθάνει, κάνει άφθονον καρπό. Και σκέφτηκε ότι το σημαντικό δεν είναι να δώσει κάτι στο Χριστό, αλλά να δοθεί σ’ Εκείνον. Να ρίξει ως κόκκο τον εαυτό του στο έδαφος του Χριστού. Αυτό το γεγονός το θεωρούσε ως μια από τις σημαντικές εμπειρίες, που είχε.

*Αποφάσισε να κάνει ιεραποστολή στην Αφρική, παρά τους άγνωστους κινδύνους, που θα συναντούσε, με μια σκέψη: «Σου φτάνει ο Θεός; Αν σου φτάνει, πήγαινε! Αν δεν σου φτάνει, μείνε, εδώ, που είσαι. Και αν δεν σου φτάνει, τότε ποιόν Θεό πιστεύεις;».

*Όταν βρέθηκε για πρώτη φορά στην Αλβανία ως πατριαρχικός έξαρχος το 1991, με θεωρημένο το διαβατήριο για ένα μήνα, με μια μικρή ομάδα ηλικιωμένων κληρικών, χωρίς ράσο, και λαϊκών, που τον περίμεναν στο αεροδρόμιο κατευθύνθηκε στο ρημαγμένο μητροπολιτικό ναό του Ευαγγελισμού στα Τίρανα, που είχε μετατραπεί σε γυμναστήριο. Χωρίς να γνωρίζει τη γλώσσα, ρώτησε έναν από τους παριστάμενους πως λέγεται το «Χριστός Ανέστη» στα Αλβανικά. Άναψαν όλοι απ’ ένα κερί στο χέρι τους και συγκινημένος ο Αναστάσιος αναφώνησε: «Kristhi u Ngjiall» και η απάντηση ήρθε με δάκρυα στα μάτια: «Vertet u Ngjall»  («Αληθώς Ανέστη»). Αυτό ήταν η πρώτη επαφή και το πρώτο περιστατικό του Αναστασίου στην Αλβανία, που σηματοδότησε την αναστάσιμη πορεία, που ακολούθησε.

*Έστειλε πριν αρκετά χρόνια στον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο ο τότε καθηγητής ιατρικής και πρύτανης στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Δημήτρης Γλάρος ένα ειδικό νοσοκομειακό κρεβάτι, για να μπορεί να κοιμάται κάπως ξεκούραστα από τους πόνους, που ένιωθε στο σώμα, και τα αναπνευστικά προβλήματα, που αντιμετώπιζε. Και, όμως, αντί να το χρησιμοποιήσει ο ίδιος το χάρισε, μόλις το έλαβε, σ’ έναν Αλβανό με παρόμοια θέματα υγείας. Αυτός ήταν ο Αναστάσιος.

*Έμενε σε μια σοφίτα στο κτίριο της Αρχιεπισκοπή στα Τίρανα, μικρών διαστάσεων, χωρίς καμία ιδιαίτερη άνεση, όπου προσευχόταν, διάβαζε κι έτρωγε λιτά. Δεν τον ενδιέφερε η καλοπέρασή του,, αλλά το πώς θα βοηθήσει τους άλλους. Μάλιστα χαρακτήριζε τον εαυτό του «διεθνή επαίτη», για να καλυφθούν οι ανάγκες του πολύπλευρου έργου της Αρχιεπισκοπής. Τον «έτρωγε», όπως είχε επισημάνει,  η αβεβαιότητα του τι θα συμβεί μετά το θάνατό του ως προς τα οικονομικά. Και τελικά βρήκε τη λύση  με την κατασκευή, μέσα από αποταμιεύσεις και λήψη δανείου, ενός μεγάλου υδροηλεκτρικού κέντρου.

Πάντοτε κινήθηκε  με τη σκέψη ότι κάθε άτομο κουβαλά μέσα του μια μικρή, αλλά ισχυρή γεννήτρια αγάπης, της οποίας η ενέργεια περιμένει να απελευθερωθεί.

1 comment on Ο Αναστάσιος πηγή Αγάπης και μετά το θάνατό του – Άγνωστα περιστατικά από τη ζωή του

  1. Συγχαρητηρια στο εργο και στη σταση ζωης του στην κοινονια !
    Ας μας ειναι το μεγαλο παραδειγμα για ολους !

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *