Η πίκρα του ξεριζωμού δεν σβήνει, δεν λησμονιέται…

Share Button

Του π. Ηλία Μάκου

Συμπληρώθηκαν 102 χρόνια από την πένθιμη και λυπηρή Μικρασιατική Καταστροφή, που θεωρήθηκε ως η μεγαλύτερη συμφορά, μετά την άλωση της Κων/πολης, ίσως και χειρότερη από αυτή.

Ένας ζωντανός Ελληνισμός, ο οποίος επί τρεις χιλιάδες χρόνια μεγαλουργούσε, μέσα σε λίγες ημέρες ξεριζώθηκε.

«Αχ! Πάει… Χάσαμε τη Μικρασία…». Με αυτή τη φράση στο στόμα ξεψύχησε πριν κάποια χρόνια υπέργηρος Μικρασιάτης πρόσφυγας στη Ν. Σελεύκεια Θεσπρωτίας. Έως ότου έκλεισε τα μάτια του δεν μπορούσε να ξεχάσει τ΄ άγια χώματα. Το πατρικό σπίτι. Του άη Χαρίτωνα τ’ αχνάρια. Τ’ άη Αμφιλοχίου τα θάματα.

Και ποτέ ο λόγος του δεν αποσωνόταν, γιατί ο κόμπος της θύμησης έσφιγγε το λαιμό του και τα δάκρυα πλημμύριζαν τα μάτια του.
Η πίκρα του ήταν ότι έχασε την πατρίδα του, έχασε την καρδιά του…

Όσοι δεν σφαγιάστηκαν, γυμνοί, ανυπόδητοι, με τη φρίκη στην ψυχή και στα μάτια τους, από τα όσα είδαν και έζησαν τις τραγικές εκείνες ημέρες, κατέφυγαν στην καθημαγμένη Ελλάδα, που άνοιξε την αγκαλιά της, δέχθηκε τα ταλαίπωρα παιδιά της, και τα αποκατέστησε.

Τη στιγμή, που η Ελλάδα, είχε φθάσει στον κολοφώνα της δόξας της, οι στρατιώτες από τη Θράκη βρίσκονταν στα πρόθυρα της Κων/πολης και από τη Μικρά Ασία στα πρόθυρα της Άγκυρας, κατέπεσε στο γκρεμό της συμφοράς.

Οι ξένες δυνάμεις, πάνω κάτω οι ίδιες, με κάποιες αλλαγές, που θέλουν να μας λύσουν σήμερα τις διαφορές με την Τουρκία, αλλά και ο δικός μας εσωτερικός διχασμός, η δική μας φαγωμάρα, οι δικές μας αστοχίες, επέτρεψαν οι Τούρκοι να… φάνε σάρκες και να… καταπιούν αίμα Ελλήνων.

Οι εχθροί, οι “φίλοι”, οι “προστάτες” μας και τα πάθη μας οδήγησαν στη συμφορά του Σεπτεμβρίου του 1922 .

Και, δυστυχώς, δεν δείχνουμε να βάζουμε μυαλό από την πανωλεθρία στη Μικρά Ασία στα τωρινά προβλήματα με την Τουρκία, αφού επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη, εμπιστευόμενοι υπερβολικά και χωρίς καμία επιφύλαξη τους ξένους, αλλά και το εσωτερικό μας μέτωπο δεν είναι αρραγές…

Τα ξίφη των Τσετών και των Τούρκων στρατιωτικών, αλλά και του όχλου ξεσπούν με αγριότητα πάνω σε κάθε τι το ελληνικό.

Καίνε τις πόλεις και τα χωριά, διαπομπεύουν τους έως χθες γείτονες και φίλους τους, βγάζουν τα απωθημένα τους, προσπαθούν να αρπάξουν ό,τι εκείνοι έφτιαξαν με τα μυαλά και τον ιδρώτα τους, ανίκανοι αυτοί να τα δημιουργήσουν, πυρπολούν οικίες και ναούς.

Οι Έλληνες της Μικράς Ασίας εγκατέλειπαν τα πάντα και κυνηγημένοι περίμεναν με αγωνία στις παραλίες τα ελληνικά πλοία να τους παραλάβουν και να τους μεταφέρουν στην Ελλάδα.

Η προκυμαία της Σμύρνης κατακλύστηκε από πλήθη, όπου σε κατάσταση πανικού ήταν αντιμέτωπα με τη φωτιά και τα σπαθιά των Τούρκων.

Όσοι κατόρθωσαν να μείνουν ζωντανοί έφυγαν. Οι νεκροί τάφηκαν στους προγονικούς τους τάφους. Οι τσολιάδες στα φαράγγια, με ανοιχτές πληγές. Οι άλλοι, κυνηγημένα φλεγόμενα πνιγμένα πουλιά, πλάγιασαν στην αγκαλιά της προκυμαίας της Σμύρνης.

Φρικτές σκηνές εκτυλίχθηκαν εκεί… Φρικτές σκηνές, που αποτελούν το στίγμα της ανθρωπότητας, που δυστυχώς τις ξέχασε και επαναλαμβάνει με πιο εκσυγχρονισμένους τρόπους τα ίδια.

Οι άοπλοι Έλληνες Ορθόδοξοι σφάζονταν, η θάλασσα κοκκίνιζε από τα ματωμένα κορμιά τους και οι ναύαρχοι των πλοίων των μεγάλων δυνάμεων, που ήταν αγκυροβολημένα εκεί δίπλα, με απάθεια παρακολουθούσαν το δράμα των Ελλήνων Χριστιανών.

Οι ξένοι, χάριν ελεεινών συμφερόντων, παρέδωσαν τους Έλληνες βορά στα χέρια των Τούρκων, που ορμούσαν καταπάνω τους σαν άγρια θηρία.

Και χαίρονταν, κιόλας, για τη Μικρασιατική Καταστροφή, γιατί νόμιζαν ότι η Ελλάδα, η φτωχή αυτή χώρα , δεν θα μπορούσε να αντέξει και θα γονάτιζε κάτω από το βάρος της εγκατάστασης δύο περίπου εκατομμυρίων προσφύγων και θα την έκαναν ό,τι και όπως ήθελαν.

Και όμως. Μπορεί τις πρώτες ημέρες οι πρόσφυγες να στεγάζονταν πρόχειρα σε αποθήκες, σε ερειπωμένα σπίτια, σε παράγκες, σε προαύλια ναών, ωστόσο όχι μόνο άντεξαν, αλλά και πρόκοψαν και βοήθησαν και την Ελλάδα να ξεπεράσει τη δυστυχία της…

Τώρα, που πάλι η χώρα μας βρίσκεται αντιμέτωπη με τόσες δυσχερείς καταστάσεις και μεγάλα εμπόδια, εξαιτίας της Τουρκίας και άλλων παραγόντων, δεν πρέπει να λησμονήσει την περιπέτεια της Μικράς Ασίας.

Μπορεί να μη ξέρουμε τι θα μας συμβεί αύριο, είναι ανεπίτρεπτο, όμως να μη διδασκόμαστε από τη νεότερη ιστορία μας και να την αγνοούμε.

Μην υπολογίζουμε στους άλλους… Την ψυχή μας ας έχουμε ως σύμμαχο, αλλά και την ακατάβλητη εμμονή μας στα αιώνια ιδανικά της Ελευθερίας, της Πατρίδας και της Πίστης.

Η Ιστορία απέδειξε επανειλημμένα και πανηγυρικά ότι η Ελλάδα σώζεται, αλλά πρέπει και οι Έλληνες να εννοήσουμε ότι είναι καιρός να πάψουμε να αδιαφορούμε.

Η Μικρά Ασία είναι ένα θησαυροφυλάκιο μνήμης. Ιδιαίτερα σε τούτα τα χρόνια, που όλα μας σπρώχνουν με λύσσα για να μας ανατρέψουν.

Άνεμοι μαίνονται γύρω μας για να μας ξεριζώσουν. Ας προσπαθήσουμε να ξαναβρούμε τη λυγερή ισορροπία. Όπως τη βρήκαν οι Μικρασιάτες πρόσφυγες.

Το αιματοκύλισμα και το διωγμό στον τόπο τους το έκαναν δημιουργία στην Ελλάδα, χωρίς να αποκοπούν από τις παραδόσεις τους.

Όπως δεν πρέπει να αγνοούμε την προοδευτικότητα του καιρού μας, έτσι δεν πρέπει να αγνοήσουμε το παρελθόν μας. Δένοντας αρμονικά και σφιχτά το νέο με το παλαιό θα ζήσουμε στα γεμάτα μια ζωή ακέραιη. Γνήσια ελληνική.

Πηγή: Εφημερίδα “Political”, 25/9/2024

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *