Καλεσμένος στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ με τον Απόστολο Μαγγηριάδη ήταν το βράδυ της Παρασκευής (30/09) ο Γραμματέας της Κεντρικής Πολιτικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Ανδρέας Σπυρόπουλος.
Συζητώντας τη χθεσινή κατάθεση του Νίκου Ανδρουλάκη στην Εξεταστική Επιτροπή για το θέμα της παρακολούθησής του, ο κ. Σπυρόπουλος σημείωσε πως ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής «ήταν παρών ως όφειλε απέναντι στη Βουλή, την Επιτροπή και τον ελληνικό λαό για να επιστήσει την προσοχή των βουλευτών στο δεύτερο ολίσθημα της κυβέρνησης, μετά το πρώτο των παράνομων παρακολουθήσεων, που είναι η προσπάθεια συσκότισης η οποία ξεκινά από τον ίδιο τον Πρωθυπουργό».
Στάθηκε, παράλληλα, στην απουσία ουσιωδών μαρτύρων της υπόθεσης από τη διαδικασία, επιρρίπτοντας την ευθύνη τόσο στα μέλη της Εξεταστικής Επιτροπής όσο κυρίως στην Κυβέρνηση και τον Κυριάκο Μητσοτάκη. «Δεν κλήθηκε ο Πρωθυπουργός στον οποίο υπάγεται η ΕΥΠ, ο κ. Δημητριάδης που παραιτήθηκε, οι αρμόδιοι υπουργοί ο κ. Γεραπετρίτης με τον κ. Πιερρακάκη που είχαν πάει στην πρώτη Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, αλλά ούτε και η Εισαγγελέας η οποία εξέτασε το φάκελο και υπέγραψε», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ερωτηθείς για το πώς ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν έχει ακόμη ενημερωθεί για τους λόγους παρακολούθησής του, ο Ανδρέας Σπυρόπουλος επανέλαβε ότι ο Νίκος Ανδρουλάκης «έχει ήδη λάβει επίσημη απάντηση από την ΑΔΑΕ ότι, βάσει του νόμου που έχει ψηφίσει η Νέα Δημοκρατία, είναι παράνομη η ενημέρωση του», λέγοντας πως αυτό αποδεικνύεται και «από τις αναντιστοιχίες σε αυτά που λένε οι κυβερνητικοί παράγοντες, καθώς φυσικά και από το γεγονός ότι ο φάκελος καταστράφηκε την ίδια ημέρα που οι δικηγόροι του προέδρου του ΠΑΣΟΚ πήγαν στην ΑΔΑΕ και το κουβάρι της υπόθεσης άρχισε να ξετυλίγεται. Είναι μία προσπάθεια συγκάλυψης και συσκότισης».
Κληθείς να σχολιάσει τον δημοσκοπικό αντίκτυπο της υπόθεσης των υποκλοπών για το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, ο κ. Σπυρόπουλος ξεκαθάρισε ότι «εμείς δεν αναδεικνύουμε αυτήν την ιστορία ούτε για προσωπικό συμφέρον του Νίκου Ανδρουλάκη ούτε για κομματικό συμφέρον της παράταξης. Είναι ένα ζήτημα Δημοκρατίας απέναντι στον ελληνικό λαό και στην εικόνα της χώρας μας διεθνώς, η οποία έχει διασυρθεί. Δεν υπάρχει σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα, το κράτος δικαίου και τη Δημοκρατία. Όλα αυτά τα αντιλαμβάνεται ο ελληνικός λαός και από εκείνον θα κριθεί και η Κυβέρνηση και ο κ. Μητσοτάκης προσωπικά».
Σχετικά τα σενάρια σύγκλισης με την Αξιωματική Αντιπολίτευση, που διακινεί η κυβερνητική προπαγάνδα, ο Γραμματέας του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής τόνισε πως «ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας κατά τη διακυβέρνηση του απέδειξαν πως ούτε αυτοί σέβονται το κράτος δικαίου, κάνοντας επεμβάσεις στη Δικαιοσύνη. Αλλά δεν τους αντικατέστησε ο ελληνικός λαός για να έρθει ο κ. Μητσοτάκης με την παρέα του και να κάνει τα ίδια. Εμείς λοιπόν δεν θέλουμε συμψηφισμούς. Θέλουμε να αλλάξει αυτή η κατάσταση, να υπάρξει Δημοκρατία και κράτος δικαίου σε αυτήν τη χώρα, που θα σέβεται τον κάθε πολίτη ξεχωριστά».
Σχολιάζοντας την κλιμακούμενη ένταση από την πλευρά της Τουρκίας, ο Ανδρέας Σπυρόπουλος επανέλαβε την ανάγκη «να υπάρξει ομοψυχία των πολιτικών δυνάμεων. Και ο πρόεδρός μας, μέσα από τις παρουσίες και τις τοποθετήσεις του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, επισημαίνει ότι δεν πρέπει να υπάρχουν ίσες αποστάσεις όσον αφορά στον επιθετικό γείτονά μας. Χρειάζεται πιο πολύ από ποτέ να υπάρξει ομόφωνη απόφαση των ευρωπαϊκών κρατών για εμπάργκο όπλων στην Τουρκία, όπως έχει θέσει πρώτα ο Νίκος Ανδρουλάκης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αλλά και να έχουμε πλέον μία ειδική σχέση ΕΕ-Τουρκίας».
Κλείνοντας, ο κ. Σπυρόπουλος αναφέρθηκε στο φαινόμενο των γυναικοκτονιών, με αφορμή την τραγωδία της Καβάλας, κάνοντας έκκληση στην Πολιτεία να λάβει άμεσα μέτρα, με τη σύμφωνη γνώμη όλων των πολιτικών κομμάτων. «Από την Τοπική Αυτοδιοίκηση μέχρι την κεντρική πολιτική σκηνή πρέπει να υπάρξουν οι κατάλληλοι θεσμοί ώστε οι γυναίκες να νιώθουν ασφάλεια. Να απευθύνονται κάπου, να μοιράζονται το πρόβλημά τους, ακόμη και να στεγάζονται κάπου. Να προλαβαίνουμε τα εγκλήματα και να μην είναι μόνες τους και αβοήθητες, ιδιαίτερα στην επαρχία όπου δεν υπάρχουν καθόλου αυτές οι δομές», ανέφερε χαρακτηριστικά και κατέληξε: «Πρέπει να υπάρξει και ζήτημα παιδείας σε αυτήν τη χώρα έτσι ώστε από την οικογένεια, τα σχολεία και τα πανεπιστήμια να υπάρξει μία διαφορετική κουλτούρα στα νέα παιδιά για να μη βιώνουμε ξανά τέτοια φαινόμενα».