Του π. Ηλία Μάκου
Ο εορτασμός της εθνικής επετείου της 25ης Μαρτίου από τη μια άκρη έως την Ελλάδα, όπου οι ελληνικές σημαίες κυματίζουν παντού, μαζί με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου είναι μια πράξη, που δείχνει ότι το πατριωτικό συναίσθημα αντιστέκεται σε κάθε απόπειρα εξαχρείωσης των συνειδήσεων, σε κάθε ενέργεια, που τους θέλει υποχείρια στις ορέξεις διάφορων, άβουλα όντα σε βάναυσα εντάλματα και στενή χειραγώγηση, που οδηγούν σε μια φρικτή εσωτερική δουλεία.
Είναι ένα μήνυμα “αντίστασης” στους καιρούς, που ζούμε, κάτω από τη “σκλαβιά” του φόβου.
Αλλά και μια αφορμη θύμησης ότι σε μια κρίσιμη περίοδο, όπως αυτή, που διανύουμε, χρειάζεται επαναβεβαίωση των ιδεών της Ορθοδοξίας και της Ελλάδας, ώστε να αποφύγουμε την πνευματική στασιμότητα και τον πνευματικό μαρασμό.
Ο σύνδεσμός μας με την εθνική παράδοση και την ιερή παράδοση της Ορθοδοξίας, μας επιτρέπει να βαθύνουμε τις ρίζες μας, να κάνουμε τον κορμό μας δυνατότερο. Και να απλώνουμε κλάδους πολλούς, προς πολλές κατευθύνσεις.
Κάθε φορά, που η ψυχή μας θα λούζεται στα ιδανικά, θα αποκτά αντισώματα. Θα ξανανιώνει…
Πολύ σωστά το είχε πει ο ιστοριοδίφης Δ. Γ. Καμπούρογλου: «Αν όλα τα άλλα έθνη, έχουν ανάγκη να προχωρήσουν προς τα εμπρός, η Ελλάδα πρέπει να κοιτάξει προς τα πίσω».
Αυτή είναι η φωνή της ιστορίας και η επιταγή των καιρών.
Τα δύο βασικά στοιχεία που συνέβαλαν στην ολοκλήρωση των προϋποθέσεων για την επιτυχή διεξαγωγή του Απελευθερωτικού Αγώνα ήταν η ωρίμανση του Ελληνικού λαού σε ένα ενιαίο ομόπιστο, ομόγλωσσο και ομόφυλο σύνολο με βούληση εθνική και ανεπίστροφη, καθώς και η υπερβατική αυτοθυσιαστική διάθεση των αγνών αγωνιστών, που αρπάζοντας τα όπλα κατά του τυράννου, πίστευαν ότι ο Θεός κινούσε τα νήματα της ιστορίας.
Οι αγωνιστές του 1821 άνθρωποι απλοϊκοί ήταν, αγράμματοι, ολιγογράμματοι, οι περισσότεροι στερημένοι. Ο αγώνας εκείνος έχει να επιδείξει χρυσές σελίδες μεγαλείου πατριωτικού, αλλά και μαύρες σελίδες παθών και ελαττωμάτων που έφθαναν ενίοτε μέχρις αυτοκαταστροφής, μέχρις εκδικητικότητας και ποταπών συμπεριφορών. Ωστόσο δεν είχαν άλλο δρόμο από το να γίνουν ήρωες.
Επί τέσσερεις αιώνες και πλέον το Γένος εστέναζε υπό τον βάρβαρο Ασιάτη. Ο βίος του είχε γίνει αβίωτος, έφθασε πια το Γένος στα έσχατα όρια της ανθρωπίνης αντοχής του και ακούστηκε η κραυγή: «-Εμπρός!… Στ΄άρματα, εγερθήτε!…»
Τον Φεβρουάριο του 1821 αρχίζει ο πανεθνικός ξεσηκωμός από τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες με τον Υψηλάντη και τον Ιερό Λόχο στον Προύθο και στο Δραγατσάνι. Και ο Ελληνισμός, αποφασίζει να κατανικήσει την μαυροφόρο απελπισιά του, να σκίσει το χειροπιαστό σκοτάδι της πικρής σκλαβιάς.
Ο ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΘΕΟΤΚΟΥ
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ευλογεί επισήμως στην Αγία Λαύρα τον ιερό Αγώνα στις 25 Μαρτίου, ανήμερα της μεγάλης Θεομητορικής εορτής του Ευαγγελισμού. Ο συμβολισμός είναι βαθύς. Χαράς και σωτηρίας ευαγγέλια για την ανθρωπότητα με το άγγελμα του Γαβριήλ στην Παρθένο ότι ο Υιός του Θεού, μέσω αυτής, θα πάρει την ανθρώπινη φύση, θα γίνει όμοιος με μας χωρίς αμαρτίες, για να μας σώσει από τη φθορά και το θάνατο. Η Παναγία θα σκεπάζει στο εξής τους ένθεους αγωνιστές.
Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου έχει μια συνέχεια, που σχετίζεται άμεσα και στενά με τον καθένα μας. Γιατί ο Χριστός, που έρχεται στη γη, δημιουργεί μια νέα κατάσταση, μέσω της οποίας δημιουργείται μια θαυμαστή κοινωνία ανθρώπων και Θεού.
Ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου είναι ο ευαγγελισμός όλης της ανθρωπότητας, που διδάσκει και ενδυναμώνει την πίστη. Από αυτή την πίστη του Ευαγγελισμού εμπνεόμενοι και οι πρόγονοί μας κατά το 1821 ξεσηκώθηκαν και αγωνίστηκαν για την ελευθερία της πατρίδας.
Στην Επανάσταση του Εικοσιένα με τους καπεταναίους πολεμούσανε ρασοφορεμένοι, καλογέροι, παπάδες και δεσποτάδες, και τραβούσανε μπροστά με το Σταυρό στο χέρι, κι από πίσω τους χύμιζε κλαίγοντας ο λαός, κ’ έψελνε: Για της πατρίδος την ελευθερίαν, για του Χριστού την Πίστην την αγίαν, γι’ αυτά τα δύο πολεμώ.
ΑΝΑΣΣΑ ΖΩΗΣ Η ΛΕΥΤΕΡΙΑ
Στρέφοντας τη ματιά μας στο ΄21 ας μη μένουμε προσκολλημένοι στον έπαινο και αρνούμεθα να στρέψουμε το βλέμμα στην τωρινή προβληματική. Νομίζουμε πως αρκούν στους ήρωες τα μεγάλα μας λόγια και τα στεφάνια που καταθέτουμε. Δεν θέλουμε να νιώσουμε ότι η μόνη τιμή προς τους ήρωες, η μόνη αναγνώριση τη θυσίας τους, είναι όχι μόνον η μνήμη μας, αλλά κυρίως η πράξη μας.
Ν έχουμε το καθαρό μάτι να δούμε ότι οι πρόγονοί μας, αυτοί που σηκώσαν τα όπλα και στα Καλάβρυτα και στη Μάνη και στα Ψαρρά και στο Μεσολόγγι και σ’ όλη την Ελλάδα, δεν υποκινούνταν από μίαν ιδεολογία αλλά κατευθύνονταν από την πίστη στον Θεό και την πατρίδα. Ήθελαν λευτεριά, και η λευτεριά δεν είναι ιδεολογία, είναι ανάσα. Είναι πύρινη ρομφαία.
Οι αναφορές, συχνές μάλιστα, των ηρώων του 1821,στον Χριστό και στην Παναγία, δεν μαρτυρούν τίποτε άλλο, παρά τη βαθιά τους πεποίθηση ότι η ψυχή του Γένους είναι η π΄σιτη στα Ελληνορθόδοξα ιδεώδη. Αυτό διετράνωσαν όλοι τους, από τον Κολοκοτρώνη μέχρι τον Μακρυγιάννη. Γι’ αυτό επιτακτικό χρέος έχει ο καθένας μας να διαφυλάξει σε τούτο τον αιματοβαμμένο τόπο τη μεγάλη κληρονομιά του.