Του Μάριου Αναστασίου Μπίκα
Τα Δωδεκάημερα ….
Δωδεκάημερα ονομάζουμε τις δώδεκα ημέρες που μεσολαβούν από τα Χριστούγεννα (25.12.) μέχρι τα Θεοφάνια (06.01.) Στο διάστημα αυτό γιορτάζουμε τρεις μεγάλες γιορτές : Τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και τα Θεοφάνια (Φώτα).
Πότε γιορτάζονταν οι τρεις γιορτές των Δωδεκαήμερων;
Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια γιόρταζαν τα Χριστούγεννα, την Πρωτοχρονιά και τα Θεοφάνια την ίδια ημερομηνία, δηλαδή στις έξι (06) του Γενάρη.
Ο καθορισμός του εορτασμού των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου έγινε για πρώτη φορά από τους Ρωμαίους το 354 μ.Χ., επειδή την ημερομηνία αυτή οι ειδωλολάτρες γιόρταζαν τα γενέθλια του Θεού τους Μίθρα δηλαδή του Ήλιου.
Στους ειδωλολάτρες ο ερχομός του νέου χρόνου γιορταζόταν την πρώτη (1η) Ιανουαρίου.
Στους Ρωμαίους, προτού επικρατήσει ο Χριστιανισμός, το νέο έτος άρχιζε την 1η Μαρτίου. Αργότερα το 153 π.Χ. η αρχή του νέου έτους μετατέθηκε την 1η Ιανουαρίου.
Στη χριστιανική εκκλησία ο ερχομός του νέου έτους γιορταζόταν σταδιακά : την 25η Μαρτίου, την 25η Δεκεμβρίου και την 1η Σεπτεμβρίου. Ο εορτασμός του την πρώτη (1η) Ιανουαρίου καθιερώθηκε στα τέλη του 6ου μ. Χ. αιώνα.
Στην Ελλάδα ο εορτασμός της Πρωτοχρονιάς την 1η Γενάρη ορίστηκε το έτος 1923
΄Ετσι, σήμερα τις γιορτές του Δωδεκαήμερου γιορτάζουμε :
Των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου.
Της Πρωτοχρονιάς την 1η Ιανουαρίου
Των Θεοφανίων την 6ην Ιανουαρίου.
(Βλ. Γεωργίου Μέγα : « Ελληνικαί εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας », Αθήνα 1979, σελ. 47 υποσημ. 1)
Σήμερα (2024) μόνο η Αρμένικη εκκλησία γιορτάζει στις έξι (06) Ιανουαρίου μαζί Χριστούγεννα και Θεοφάνια.
Στη Ρωσία τα Χριστούγεννα γιορτάζονται στις 07 Γενάρη, επειδή η εκεί Ορθόδοξη εκκλησία ακολουθεί στο εορτολόγιο το παλιό ημερολόγιο, το Ιουλιανό που βρίσκεται πίσω από το Γρηγοριανό 13 ημέρες.
Οι Καλικάντζαροι
Στα Δωδεκάημερα, σύμφωνα με τις λαϊκές δοξασίες, κυκλοφορούν οι Καλικάντζαροι. Οι Καλικάντζαροι είναι φανταστικά όντα. Ζουν καθ’ όλον το έτος στον κάτω κόσμο. Εκεί προσπαθούν με τα κοφτερά τους δόντια να κόψουν το στύλο της γης, ελπίζοντας ότι θα καταστραφούν οι άνθρωποι. Όταν όμως έρχεται η παραμονή των Χριστουγέννων, εγκαταλείπουν το κόψιμο και έρχονται πάνω στη γη. Εδώ, τριγυρνούν τη νύχτα στα ποτάμια, τις πηγές, τα νεκροταφεία, τις βρύσες και τα μονοπάτια των δασών, πειράζοντας τους ανθρώπους που κυκλοφορούν μόνοι τους. Επίσης, μπαίνουν μέσα στις κουζίνες των σπιτιών και μαγαρίζουν τα φαγητά. Οι νοικοκυρές για να τα προφυλάξουν, τοποθετούν πίσω από την πόρτα τους μια σήτα. ΄Ετσι, όταν οι Καλικάντζαροι αντικρίσουν τη σήτα, προσπαθούν να μετρήσουν τις τρύπες της. Επειδή, όμως, συνεχώς μπερδεύονται, η ώρα περνάει. Και, όταν λαλήσει ο κόκορας, αμέσως τρέχουν να κρυφτούν, χωρίς να μαγαρίσουν ό,τι υπάρχει στην κουζίνα.
Οι Καλικάντζαροι, φεύγοντας από τη γη τα Φώτα όπου ο παπάς με το Σταυρό αγιάζει τα νερά, επιστρέφουν στον κάτω κόσμο για να συνεχίσουν το κόψιμο του στύλου που κρατάει τη γη.
Τα ήθη και έθιμα των Χριστουγέννων
Τα Χριστούγεννα έχουμε πολλά ήθη και έθιμα, τα οποία κατέγραψαν και περιέγραψαν με λεπτομέρειες διακεκριμένοι λαογράφοι και συλλέκτες της λαϊκής παράδοσης. (Βλ. ιστοσελίδα Katoci-blogspot.com της 21ης Δεκεμβρίου 2016).
Στη συνέχεια θα περιγράψουμε ορισμένα ήθη και έθιμα, που τηρούσαν στα Χωριά, νότια της Παραμυθιάς, Καρύώτι, Βέλλιανη, Προδρόμι και Καμίνι- Ζερβοχώρι, περίπου μέχρι και το 1960 :
Τα Κάλαντα
(3) Η φωτογραφία είναι από το εμπροσθόφυλλο του Δημητρίου Σ. Λουκάτου :
« Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών », εκδόσεις Φιλιππότη, 1979 .
- Να τα πούμε μπάμπω ;
- Και δεν τα λέτε !!
Καλήν εσπέραν άρχοντες, αν είν’ ο ορισμός σας
Χριστού τη Θεία γέννηση να πω στ’ αρχοντικό σας
Χριστός γεννάται σήμερον εν Βηθλεέμ τη πόλη
οι ουρανοί αγάλλονται, χαίρει η φύσις όλη.
Εν τω σπηλαίω τίκτεται εν φάτνη των αλόγων
ο βασιλεύς των ουρανών και ποιητής των όλων.
Σ’ αυτό το σπίτι που ’ρθαμε, πέτρα να μη ραγίσει
κι ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρόνια να ζήσει.
α. Τα κάλαντα
Την παραμονή των Χριστουγέννων ομάδες, αποτελούμενες από δύο ή και περισσότερα αγόρια, επισκέπτονταν τα σπίτια του χωριού και τραγουδούσαν τα χριστουγεννιάτικα Κάλαντα[1](χριστουγεννιάτικα τραγούδια). Οι νοικοκυρές τούς έδιναν χρήματα, ή φρούτα ( καρύδια, σύκα, αμύγδαλα ή πορτοκάλια).
(Βλ. Κώστα Καραπατάκη : « Το Δωδεκάημερο », εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 1981, σελ. 33 -34)
β. Τα Σπάργανα του Χριστού
Το βράδυ των Χριστουγέννων έφτιαχναν « Τα σπάργανα του Χριστού ». Έπαιρναν μια πέτρινη πλάκα, λεία, μεγέθους περίπου μεγάλου ταψιού, ειδική για να μην σπάει στη θέρμανση της φωτιάς και, αφού την καθάριζαν καλά και με μεγάλη λεπτομέρεια, την τοποθετούσαν πάνω στην πυροστιά. ΄Υστερα άναβαν φωτιά. Όταν η πλάκα θερμαινόταν, έριχναν πάνω της ζυμάρι από σταρένιο αλεύρι που το άπλωναν σε όλη την επιφάνειά της. Κι όταν το ζυμάρι αυτό έπαιρνε ελαφρώς το καφετί χρώμα, το έβαζαν απλωμένο μέσα σε ένα ταψί και πάνω του έριχναν τριμμένα καρύδια, αμύγδαλα και σταφίδες. Στη συνέχεια με τον ίδιο τρόπο τοποθετούσαν και τα υπόλοιπα ψημένα ζυμάρια, ρίχνοντας ανάμεσά τους τα τριμμένα καρύδια, αμύγδαλα και σταφίδες. Τέλος, έριχναν πάνω τους το σιρόπι, δηλαδή βρασμένο νερό με ζάχαρη. Τα ψημένα αυτά παρασκευάσματα τα ονόμαζαν Σπάργανα του Χριστού. Τα έκοβαν σε μικρά κομμάτια ή τα δίπλωναν ένα ένα και τα έτρωγαν στις άγιες μέρες.
Παλιότερα, πριν από μερικά χρόνια από σήμερα 2024, το παραπάνω έθιμο τηρούσε στη Βέλλιανη ο Κωνσταντίνος Δημ. Λώλος, εορτάζοντας τα Χριστούγεννα μαζί με τα παιδιά του, τις νύφες του και τα εγγόνια του. Την πλάκα δε για τα Σπάργανα του Χριστού μετέφερνε ο ίδιος από το ορεινό χωριό Πετούσι, τόπος καταγωγής της πεθεράς του Τσιλη – Ντάγκαινας , το γένος Τζαλαβρά.
γ. Η Κοτόσουπα
Παλιά η Θεία Λειτουργία για τη γέννηση του Χριστού άρχιζε στις 04.00 η ώρα το πρωί. Έπρεπε στη Λειτουργία αυτή να παραβρίσκονται όλες οι οικογένειες της Βέλλιανης. Αν κάποια έλειπε, ο παπάς του χωριού έστελνε τον Γκέλη Αποστόλη Ντούγια και την ξυπνούσε.
Οι γονείς από το βράδυ είχαν βράσει την κότα ή τον κόκορα, για τη Κοτόσουπα. Και, μετά τη Μεταλαβιά (Θεία Κοινωνία), όλη η οικογένεια, αφού επέστρεφε στο σπίτι, έβραζε μόνο το ρύζι. Τότε τα Χριστούγεννα έκανε πολύ κρύο, παγωνιά, πάχνη, τσουχτερός αέρας και πολλές φορές δυνατή βροχή, που κρατούσε πολλές μέρες.
Η παρασκευή της Κοτόσουπας
Η Κοτόσουπα είναι φαγητό της κατσαρόλας. Πρώτα βράζουν την κότα ή τον κόκορα και μετά μέσα στο ίδιο νερό το ρύζι. Ύστερα, αφού αφαιρέσουν από τα κόκαλα το κρέας και το τεμαχίσουν σε μικρά κομμάτια, το τηγανίζουν στο τηγάνι με φρέσκο ελαιόλαδο. Τέλος, το ελαφρώς τηγανισμένο κρέας μαζί με το λάδι τα ρίχνουν μέσα στην κατσαρόλα με το βρασμένο ρύζι. Το ανακατεύουν καλά και το σερβί-ρουν στα πιάτα.
Την εποχή εκείνη το κρέας της κότας ήταν πραγματικό γιατρικό. Γι’ αυτό, όταν κάποιος αρρώσταινε, για να γίνει καλά, τού μαγείρευαν κοτόσουπα ή τού έδιναν κυδώνι ή ρόδι που τα είχαν όλο το χρόνο κρεμασμένα στον τοίχο δωματίου του σπιτιού.
Μάριος Αναστασίου Μπίκας
[1]. Για την παραγωγή της λέξης κάλαντα υπάρχουν πολλές απόψεις : α. Από το σύνθετο «καλώς άδω». β. Από το σλαβικό σύνθετο «κολ ίντα» που σημαίνει έρχεται σφαγή (εννοεί τη σφαγή των νηπίων από το βασιλιά Ηρώδη). Και γ. Από τη ρωμαϊκή λέξη «καλένδες» Καλένδες = γιορτές των Ρωμαίων που γίνονταν στην αρχή κάθε μήνα και διαρκούσαν περίπου μία εβδομάδα. Η ονομασία αυτή δόθηκε από την ιταλική φράση calo juna novella που έλεγε στην αρχή κάθε μήνα ο ποντίφικας από το Καπιτώλιο και σήμαινε την έναρξη του μήνα.