Του π. Ηλία Μάκου
Είναι γνωστή η ιστορία των εγκλημάτων των “Τσάμηδων” στη Θεσπρωτία κατά την Κατοχή και η αμετάκλητη καταδίκη τους από τα έκτακτα στρατοδικεία. Όπως επίσης είναι γνωστό, υπό το βάρος όσων έκαναν, αποχώρησαν στην Αλβανία, μαζί με τους Γερμανούς.
Από αυτή την τραγική εποχή, ο φιλόλογος-συγγραφέας Χάρης Λεοντάρης περιγράφει ένα περιστατικό με ανθρώπινη διάσταση, που δίνει το μήνυμα ότι οι “Τσάμηδες” και όσοι άλλοι ακραίοι και εθνικιστές στην Αλβανία, υποκινούν σήμερα διεκδικήσεις κατά της Θεσπρωτίας, είναι εξωφρενικά εκτός ιστορικής και κοινωνικής πραγματικότητας, αφού οι λαοί της Ελλάδας και της Αλβανίας στην πλειοψηφία τους δεν θέλουν εντάσεις, αλλά συναδέλφωση. Επίσης προκύπτει ότι κάποιοι στην Αλβανία καπηλεύονται και εκμεταλλεύονται συναισθήματα ανθρώπων, για να εξυπηρετήσουν διάφορες σκοτεινές σκοπιμότητες.
Γράφει ο κ. Λεοντάρης:
“Αυτές τις μέρες είχα συνάντηση με έναν Αλβανό, λόγιο με ανοιχτό μυαλό και με στέρεο φορτίο ιστορικής γνώσης πάνω σε όλα τα ζητήματα, που συνδέονται με τα ελληνοαλβανικά. Πάνω στην κουβέντα μου διηγήθηκε και το ακόλουθο περιστατικό, το οποίο θεωρώ ότι φωτίζει την ανθρώπινη πλευρά Ελλήνων και “Τσάμηδων”.
Μετά το ’45 φεύγοντας από τους Φιλιάτες μια “Τσάμισσα” άφησε στην Ελληνίδα γειτόνισσα ένα σεντούκι με κειμήλια οικογενειακά. Της ζήτησε να το κρατήσει και να το στείλει στην Αλβανία, όταν ειρηνέψουν τα πράγματα. Της έδωσε το όνομά της και την παρακάλεσε να το στείλει στους Αγίους Σαράντα. Πέρασαν πάνω από πενήντα χρόνια και η Ελληνίδα, γιαγιά πιά, βλέποντας να πλησιάζει ο θάνατος παρέδωσε το σεντούκι στο παιδί της με την παράκληση κάποια μέρα να ψάξει να βρει την “Τσάμισσα” στους Αγίους Σαράντα.
Πριν από λίγο καιρό στα πλαίσια της ελληνοαλβανικής φιλίας το παιδί από τους Φιλιάτες συναντά στους Αγίους Σαράντα αντιπρόσωπο Αλβανό και μαθαίνει ότι η Τσάμισσα είχε πεθάνει, ενώ ζει στο Δυρράχιο ο γιος της, μεγάλος επιχειρηματίας και ισχυρός οικονομικός παράγοντας. Αμέσως ο Αλβανός τον βρίσκει στο τηλέφωνο και του ανακοινώνει το «δώρο» που ήρθε από τους Φιλιάτες με αποδέκτη την μάνα του!
Η τηλεφωνική επικοινωνία ανάμεσα στα παιδιά των δύο πεθαμένων μανάδων ήταν συγκλονιστική, όπως μου διηγήθηκε ο φίλος μου Αλβανός που παρακολουθούσε τη σκηνή. Στη συνέχεια ο γιος της Τσάμισσας τους παρακάλεσε να μην πληρώσουν ούτε τους καφέδες και ούτε το φαγητό τους στο διπλανό ξενοδοχείο. Ήθελε ο ίδιος να ανταποδώσει τη μεγάλη χαρά που του προκάλεσε το σεντούκι της μάνας ύστερα από εβδομήντα χρόνια”.
Δυστυχώς, όμως, κάποιοι “Τσάμηδες” σήμερα, οι οποίοι θέλουν να… υπηρετήσουν άνομες και σκοτεινές σκοπιμότητες, εγείρουν, με προκλητικό τρόπο, ανύπαρκτα ζητήματα.
Να σημειωθεί ότι το Δικαστήριο της Χάγης έχει απορρίψει την προσφυγή των Τσάμηδων κατά της Ελλάδας, με το αιτιολογικό ότι τα ζητήματα, που έθεταν εκτυλίχθηκαν στη διάρκεια πολέμου και δεν έχει αρμοδιότητα παρέμβασης.
Η προσφυγή είχε υποβληθεί πριν κάποια χρόνια ( από εκπροσώπους κομμάτων, δικηγόρους, καθηγητές πανεπιστημίου, ιστορικούς και ιμάμηδες), με αιτήματα: α) να διερευνηθεί η διάπραξη εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας, που έλαβαν χώρα από τις ελληνικές κυβερνήσεις την περίοδο 1913-1945, β) να αναγνωριστεί ότι συντελέσθηκε γενοκτονία κατά των “Τσάμηδων”, βάσει των διατάξεων της Σύμβασης της Γενοκτονίας του 1948, γ) να τους επιστραφεί όλη η ακίνητη περιουσία τους και δ) να αναγνωριστεί το δικαίωμα του επαναπατρισμού για όποιους εκδιώχθηκαν ή εκτοπίστηκαν.
Ο κ. Πέτρος Μηλιαράκης, που δικηγορεί στα Ανώτατα Ακυρωτικά Δικαστήρια της Ελλάδας και στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια του Στρασβούργου και του Λουξεμβούργου (ECHR και GC- EU), είχε γράψει ότι “η οποιαδήποτε υπεράσπιση του λεγόμενου «Τσάμικου ζητήματος» δεν αφορά τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερα από υποστήριξη ναζιστών και εγκληματιών πολέμου. Υπ’ όψιν δε ότι η μεταπολεμική έννομη τάξη υπό την αιγίδα του Διεθνούς Στρατοδικείου, έχει ιδρύσει νομολογικές παραδοχές, όπου παρόμοια εγκλήματα, όπως εκείνα των “Τσάμηδων” δεν μπορεί να γίνονται ανεκτά από το σύγχρονο νομικό και πολιτικό πολιτισμό”.
Να σημειωθεί πως η επιστροφή ακίνητων περιουσιών Ελλήνων πολιτών, που επιδιώκουν για «λογαριασμό» τους οι “Τσάμηδες”, αφορά «θέμα» έμμεσου τρόπου διεκδίκησης ελληνικών εδαφών, μέσω ιδιωτικής περιουσίας.
Τα ακίνητα αυτά των Ελλήνων πολιτών στη Θεσπρωτία κατέχονται νομίμως, ενώ νομίμως έχουν δημευθεί λόγω της παρεπόμενης ποινής κατά των δωσίλογων και εγκληματιών πολέμου, που η μεταπολεμική έννομη τάξη θέσπισε.
Αυτή η συγκεκριμένη κατηγορία εγκληματιών, στην οποία συμπεριλαμβάνονται οι “Τσάμηδες”, συνέβαλε αποφασιστικώς ώστε να εξολοθρευθεί κυριολεκτικώς άμαχος πληθυσμός και όχι μόνο εμπόλεμοι.
Ενδεικτικο της ασύστολης προπαγάνδας, που κάνουν, είναι έφτασαν μέχρι του σημείου να φτιάξουν “εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Δημοκρατίας της Τσαμουριάς», με διεθνή μάλιστα παρουσία, ενώ υπάρχει και ερασιτεχνική ομάδα με την ονομασία “Τσαμουριά”.
Βέβαια οι αξιώσεις τους σε βάρος της Θεσπρωτίας δεν εδραιώνονται ιστορικά, αλλά με διάφορους τρόπους προσπαθούν να προωθήσουν τις επιδιώξεις τους, στηριζόμενοι σ’ έναν αρρωστημένο εθνικισμό και μεγαλοϊδεατισμό, που καλλιεργείται από ακραίους κύκλους στην Αλβανία.
Η «εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Δημοκρατίας της Τσαμουριάς», που εμφανίζει ως έδρα την Ολλανδία, συμμετέχει σε τουρνουά ποδοσφαίρου που οργανώνει η CONIFA (είναι μέλος της από το 2018), μια οργάνωση που αποκαλείται Συνομοσπονδία Ανεξάρτητων Ποδοσφαιρικών Ομοσπονδιών και συγκεντρώνει ομάδες από «χώρες», περιοχές, που διεκδικούν αυτονομία ή μειονοτικές ομάδες από όλες τις ηπείρους.
Ακόμη υπάρχει στην Αλβανία και η ερασιτεχνική ποδοσφαιρική ομάδα “Τσαμουριά”, της οποίας οι ελληνικές αρχές απαγόρευσαν, πολύ ορθά, πρόσφατα την απέβαλαν από διεθνές τουρνουά της Κρήτης, λόγω του ονόματος, αλλά και του εμβλήματος του βασιλιά Πύρρου στις φανέλες.
Να σημειωθεί ότι μετά το 1990 και την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος στην Αλβανία ξεκίνησε συστηματικά η προπαγάνδα των “Τσάμηδων”.
Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης της Αλβανίας από τους Χότζα και Αλία το ζήτημα των «Τσάμηδων» πέρασε ουσιαστικά στο περιθώριο. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι ο Χότζα τους αντιμετώπισε στην αρχή, που κατέφυγαν στην Αλβανία, με δυσπιστία και τους συμπεριφέρθηκε δυσμενώς, γιατί δεν τους εμπιστευόταν και επιδίωξή του αρχικά ήταν να επιστρέψουν στην Ελλάδα(!). Θεωρήθηκαν συνεργάτες των Ιταλών και των Γερμανών και γι’ αυτό ένα μέρος τους μετακινήθηκε προς τα βόρεια της χώρας, στο Δυρράχιο, στο Φίερι και την Αυλώνα.
Μετά από μεγάλο διάστημα σιωπής γύρω από τους «Τσάμηδες», με την πτώση του κομμουνισμού στην Αλβανία το 1991, το ζήτημά τους επανήλθε στην επικαιρότητα και παραμένει ένα πρόβλημα, που ανακύπτει συχνά, και το οποίο φυσικά δεν αναγνωρίζει η Ελλάδα. Αρχικά οι “Τσάμηδες” προσπάθησαν να ξαναγράψουν την ιστορία, τονίζοντας πως ουδέποτε συνεργάστηκαν με τους Γερμανούς ή τους Ιταλούς και πως έπεσαν θύματα της ελληνικής εκδικητικότητας, κάνοντας λόγο, περί «εθνοκάθαρσης», ενώ εκείνοι την επιχείρησαν στη Θεσπρωτία κατά την γερμανοϊταλική κατοχή.
Το “Τσάμικο” αποτελεί παράμετρο του αλβανικού μεγαλοϊδεατισμού. Μόνιμη θέση της Ελλάδας στις αλβανικές αξιώσεις είναι ότι «θέμα Τσαμουριάς» δεν υφίσταται. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η ελληνική πλευρά δεν οφείλει να είναι σε εγρήγορση και να δίνει τις κατάλληλες απαντήσεις, όταν χρειάζεται.
Τα ιστορικά πράγματα είναι απλά, όταν προσεγγίζονται αχρωμάτιστα, απροκατάληπτα, αναλλοίωτα, με καθαρή ενόραση και λογική. Διαφορετικά αναπτύσσονται καταστάσεις, που δεν είναι κανονικές, αλλά κατασκευασμένες, και πυροδοτούν αδικαιολόγητες εντάσεις και οριοθετούν παθογενείς εξελίξεις, με το φοβερό κίνδυνο κάποιοι να πιστέψουν τις αναλήθειες, χωρίς επαρκείς λόγους.
Πηγή: Εφημερίδα “Political” 29/11/2024