Ο Γιάννης Κολλιάκος, ζήτησε από τον συνθέτη Δημήτρη Παπαδημητρίου να γράψει ένα κείμενο για τον ποιητή Μιχάλη Γκανά που, δημιούργησαν από κοινού τραγούδια σημαδεύοντας γενιές ακροατών.
Για τον Μιχάλη Γκανά
Ο Μιχάλης Γκανάς είναι αναμφίβολα ένα μεγάλο κεφάλαιο της Ποίησής μας. Ποιητής φτιαγμένος από ντόπια υλικά. Δεν θα δεις επάνω του αν μη τι άλλο εμφανείς επιρροές από την παγκόσμια ποίηση. Θα έλεγε κανείς ότι αν υπάρχουν είναι «δεύτερης ή τρίτης γενεάς» επιρροές, αυτές που, ήδη μαγικά «χωνεμένες» από τις προγενέστερες γενιές έχουν αφομοιωθεί κι έγιναν σάρκα δική μας.
Έτσι δεν θα βρεις τον Ώντεν ή τον Έλιοτ αλλά ελάχιστα Σεφερικά κύτταρα που αυτοί δημιούργησαν στο έργο του Σεφέρη. Δεν θα βρεις τον Βερλαίν ή τον Μπωντλαίρ αλλά τα Καρυωτακικά κύτταρα που αυτοί εξέθρεψαν σε αυτόν και πάει λέγοντας. Θα βρεις ωστόσο ατόφια τη ρίζα των Παραλογών ή του Κρυστάλλη θαυμαστά οδηγημένες στο δικό του σαφή ποιητικό κόσμο.
Θα βρεις την ελληνική πεμπτουσία στα σκιερά δασώδη εσωτερικά τοπία μιας κακοτράχαλης απρόσιτης οροσειράς μες στην Αντάρα. Μακρυά από κάθε φολκλόρ ο Γκανάς έκανε τέλεια το ορθό και από μακρού αναμενόμενο βήμα στην ελληνική τέχνη: το βήμα της απογαλάκτισης και απελευθέρωσης από το θανατερό μαγνητικό δίπολο φολκλόρ/ μίμηση της δυτικής τέχνης. Δηλαδή του να είσαι είτε Έλληνας με φουστανέλα, είτε Έλληνας φραγκο-αναθρεμένος με ημίψηλο και ρεντιγκότα. Δίπολο που σε περιπτώσεις συνυπήρχε κιόλας μέσα στο έργο του ίδιου δημιουργού.
Ο Γκανάς καλύτερα και από άλλους πρώτης τάξης ποιητές έγραψε ατόφια ελληνική ποίηση, χωρίς την παραμικρή, έστω και ελάχιστα, αναφομοίωτη πρόσμιξη χάριν έκφρασης θαυμασμού ή απλά μοντερνισμού.
Και πως αλλιώς; Ο Γκανάς αν ήταν τενίστας θα έπαιζε συνεχώς με άσους στο σερβίς. Αν ήταν ποδοσφαιριστής θα έβαζε το γκολ από την πρώτη κατεβασιά. Βλέπει δίχτυα! Ανταποκρίνεται όσο ελάχιστοι στις υψηλές προσδοκίες του πιο στριφνού λογοτέχνη ή και απαίδευτου αναγνώστη που σνομπάρει οτιδήποτε το πνευματικό: έτσι που η συγκίνηση κρύβεται σαν Οχιά κάτω από την πρώτη πέτρα δεν του γλιτώνεις του Γκανά, φτωχέ κι αφύλακτε υποκριτή αναγνώστη, αδελφέ και όμοιέ μου. Χωρίς περιστροφές τα πράγματα λέγονται ακέραια, ευθύβολα και ατόφια. Γρήγορα είσαι πιασμένος στον ιστό του. Αν είσαι και Έλληνας με βάθος παιδείας, θυμάσαι αρετές του λαού μας παλιές και ξεχασμένες.
◦ Αν ο Ελύτης τοποθέτησε την μεταφυσική του στο Αιγαίο, ο Γκανάς είναι ορεινός, σκιερός, χιονισμένος, πετρώδης, λιμναίος και ποταμίσιος. Είναι ηπειρώτικο γεφύρι πάνω από μαγεμένα ορμητικά νερά.
Μεταφυσικό τοπίο – και αυτό βαθιά ελληνικό, αλλά ο αντίπερα κόσμος.
Ο Σεφέρης και αυτός συμπεριέλαβε αυτόν τον χώρο αλλά το αίμα του Ηπειρώτη στον Γκανά χτυπά αλλιώς.
Δεν θα μιλήσω για τον στιχουργό Γκανά γιατί ταυτίζεται με τον ποιητή. Δεν υπάρχει καμιά άλλη διαφορά παρά στις λεκτικές ποσότητες και την φόρμα.
Το τραγούδι είναι ο κοινός τόπος. Και θα τολμούσα να πω πως ο Γκανάς είτε εδώ είτε εκεί γράφει μόνο ρεφρέν. Κουπλέ ποτέ. Η επιγραμματική του φύση θεωρεί ίσως το κουπλέ εισαγωγικό προετοιμαστικό, πλατειασμό ενός θέματος που λέγεται καίρια στο ρεφραίν. Έτσι και τα ποιήματα του Γκανά σαν τους στίχους του, είναι μόνο «ρεφρέν».
Για τον άνθρωπο Μιχάλη Γκανά έχω να πω ότι διεκατείχετο από το μεγαλείο μίας αληθινής ταπεινότητας και την ταπεινότητα ενός αληθούς μεγαλείου. Αγιότητα και σοφία . Φίλος και συμπαραστάτης. Πιστός και ανενδοίαστα δοσμένος στην Τέχνη.
Του χρωστάω τόσα: «Χρώμα δεν αλλάζουνε τα Μάτια», «Πάμε ξανά στα θαύματα», «Του Πόθου τ’Αγρίμι», «Τον Τάφο μου τον Θέλω στα Χαυτεία», το Λιανοτράγουδο «Όταν στα μάτια σε κοιτώ», «Ένα Παράθυρο μικρό», «Μια μάνα γύρευα να βρω» «Πέρασε ξυστά» κ.α.
Φίλοι και φίλες όσοι απέχετε της ποίησης, παρακαλώ διαβάστε Μιχάλη Γκανά.
Είναι για σας. Αλλά και ακόμα τρεις τέσσερεις μεγάλοι ζώντες ποιητές. Άξιοι για τα μέγιστα. Υπάρχουν! Μη περιμένουμε τα Νόμπελ! Μην είμαστε καταναλωτές ποίησης αλλά συμμέτοχοί της.
Ο θαυμασμός μου και η ευγνωμοσύνη μου για τον Γκανά είναι απεριόριστοι. Θα είναι πάντα ζων μέσα μου. Θα είναι πάντα η έμπνευσή μου.
Αγαπημένε μας Μιχάλη!
Δημήτρης Παπαδημητρίου