Γράφει ο Μιχάλης Μπότσαρης, Φιλόλογος/Πολιτικός Αναλυτής
Μία από τις βασικές αρχές λειτουργίας ενός δημοκρατικού πολιτεύματος είναι η περίφημη αρχή της πλειοψηφίας, που σημαίνει ότι με βάση τον εκλογικό νόμο, ύστερα από σχετικές εκλογές, μπορεί να υπάρξει αυτοδύναμη πλειοψηφία ενός πολιτικού σχηματισμού που θα ασκήσει την πολιτική εξουσία και τις αρμοδιότητές της ή συμφωνημένη πλειοψηφία δύο ή περισσότερων πολιτικών κομμάτων με τον ίδιο σκοπό, που σε κάθε περίπτωση θα διαθέτει τη Δεδηλωμένη εμπιστοσύνη της Βουλής.
Αυτήν την αρχή της πλειοψηφίας οφείλουν να αποδέχονται όχι μόνο όσοι ανήκουν ως μέλη στην ομάδα ή στις ομάδες πλειοψηφίας, αλλά και οι άλλοι που είναι εκτός κάθε πλειοψηφίας, που ασκεί εξουσία με εμπιστοσύνη της Βουλής. Η πειθαρχία στην πλειοψηφία είναι δημοκρατική αρχή. Οι αποφάσεις, πάλι, που λαμβάνονται με μια πλειοψηφία, οφείλει να γίνονται σεβαστές και από εκείνους που διαφωνούν με ό,τι αποφασίστηκε ως πλειοψηφούν θέμα. Όποιος διαφωνεί με ό,τι προτείνεται έχει δικαίωμα να διατυπώσει τη διαφωνία του, δικαιούται να μην ψηφίσει μια άποψη ή πρόταση, που θα προταθεί ως νόμος της χώρας. Από τη στιγμή, όμως, που μια άποψη πλειοψηφήσει δημοκρατικά, ο μέχρι πριν διαφωνών οφείλει όχι μόνο να τη σεβαστεί, αλλά και να παραμερίσει οριστικά τις ενστάσεις και τις διαφωνίες του και να στηρίξει και πολιτικά με την ψήφο του, πειθαρχώντας στη βούληση της πλειοψηφίας αλλά και πρακτικά και φραστικά για την εφαρμογή της. Έτσι, θα έχει το δικαίωμα να απαιτήσει να κάνουν και οι άλλοι το ίδιο που έκανε αυτός, που, αν και διαφωνών, πειθάρχησε στη βούληση της πλειοψηφίας, στην περίπτωση που κάποιος άλλος σε άλλο θέμα διαφοροποιείται από μια εισήγηση θέματος ή νόμων και η άποψή του καταστεί μειοψηφική, να υποχρεώνεται και αυτός να συνταχθεί με την πλειοψηφία λειτουργώντας δημοκρατικά.
Αν σε μια αυτοδύναμη κυβερνητική πλειοψηφία υπάρχουν μερικά μέλη που διαφωνούν σε μια νομοθετική πρωτοβουλία και εμμένουν στη διαφωνία τους απορρίπτοντάς την, τότε δεν μπορεί να υπάρχει σταθερή εκτελεστική εξουσία, δεν μπορεί να παραχθεί κυβερνητικό έργο, δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν έκτακτα ή διαχρονικά προβλήματα στη λειτουργική ζωή μιας πολιτείας. Κι αν αυτό γίνει αποδεκτό στο χώρο της πλειοψηφίας, τότε γιατί να σεβαστεί την πλειοψηφία η υπόλοιπη πολιτική μειοψηφία, γιατί να στηρίξει με την ψήφο της η αντιπολίτευση ένα νόμο που η κυβερνητική πλειοψηφία δεν έχει ομοφωνία και αρνείται να υποταχθεί στην πειθαρχία της κυβερνητικής πλειοψηφίας; Έτσι εμπράκτως καταργούν την αρχή της πλειοψηφίας εκείνοι που ως πλειοδοσία έχουν υποχρέωση να τη σέβονται ως αρχή, ανοίγουν ασκούς δημοκρατικής δυσλειτουργίας, εμποδίζουν την ομαλή πολιτική ζωή και την επίλυση ή την προώθηση αναγκαίων θεμάτων στη ζωή μιας πολιτείας. Άρα, σε μια δημοκρατική πολιτεία η αρχή της πλειοψηφίας είναι υποχρεωτική, σεβαστή και απαραβίαστη. Όποιος διαφωνεί, όποιος εμμένει στη διαφωνία, όποιος δεν πειθαρχεί σ’ αυτήν, αν η λαϊκή ετυμηγορία τον έχει εντάξει στην πλειοψηφία, αυτόνομη ή συμπεφωνημένη, τότε αυτός παραιτείται του αξιώματός του και πάει εκουσίως σπίτι του, ιδιωτεύει.
Οι απόψεις αυτές διατυπώνονται με αφορμή τις δηλώσεις κατά το τελευταίο δίμηνο πολιτικών παραγόντων που κατέχουν το βουλευτικό αξίωμα, ως εκλεγμένα μέλη της Βουλής των Ελλήνων, αλλά και διάφορων άλλων επιστημόνων, Ιεραρχών, κληρικών, δημοσιολογούντων και πολιτών της χώρας, για το θέμα του Νόμου που θα αφορά στα ομοφυλόφιλα ζεύγη της χώρας μας. Οι ομοφυλόφιλοι πολίτες, άντρες και γυναίκες, της χώρας μας δικαιούνται να έχουν τα ίδια δικαιώματα και υποχρεώσεις που έχουν όλοι οι Έλληνες πολίτες ανεξάρτητα από το φύλο τους. Κατηγορίες πολιτών και διαφορετικά δικαιώματα σ’ αυτούς δε νοείται να υπάρχουν ούτε θεσπίζονται ούτε να απονέμονται χαριστικά, ευνοϊκά επιλεκτικά, στερητικά, διακριτικά, υπονομευτικά, σκόπιμα και τιμωρητικά. Η κατηγοριοποίηση πολιτών και δικαιωμάτων σε κάθε δημοκρατική και ευνομούμενη πολιτεία είναι άδικη, απαράδεκτη και αστήρικτη. Οι πρόσφατες αρθρογραφίες, δηλώσεις, τοποθετήσεις και εξαγγελίες εκ μέρους πολλών βουλευτών της χώρας, που αντίκεινται στο νομική εξίσωση των ομοφυλόφιλων ατόμων με τους υπόλοιπους πολίτες, φανερώνουν έλλειψη δημοκρατικού φρονήματος, υπεροψία και αλαζονεία δικαιώματος, συνειδητή νομική αυθαιρεσία και αδικία. Επικλήσεις σε δήθεν παραδοσιακές μορφές οικογενειακού δικαίου, εμμονή σε παραδοσιακούς, θρησκευτικούς γάμους, σε προγενέστερες νομικές διατάξεις, που επέβαλαν τις όποιες ανισότητες δικαιωμάτων με τη δήθεν νομική υπεροχή ενός ανώτερου δικαιαιικού πολιτισμού, μόνο φαιδρότητα προκαλούν και θλίψη για μικρόνοες νοητικές ικανότητες..
Στα σοβαρά, τώρα, με ποιο δικαίωμα θέτουν εμπόδια στην ισότητα των πολιτών οι κάθε κ.κ. Σαμαράς, Βορίδης, Λινού, Πολλάκης, Οδ. Κωνσταντόπουλος ΚΚΕ, Βελόπουλος, Νατσιός, Σπαρτιάτες και οι υπόλοιποι από όλους σχεδόν τους πολιτικούς χώρους; Τι δικαίωμα έχουν οι κάθε λογής Γιόγιακες στην προσωπική και οικογενειακή ζωή των άλλων; Ενόχλησε κανείς τα αντίστοιχα ατομικά και οικογενειακά δικαιώματα όλων αυτών των αυτόκλητων φρουρών της οικογενειακής συγκρότησης των άλλων; Γιατί δεν ενοχλούνται που μέσα στα κόμματά τους συνυπάρχουν με ομοφυλόφιλους βουλευτές, υπουργούς και κομματικά στελέχη, ορθότατα ασφαλώς, εκεί δεν τους πέφτει λόγος, ενώ στην ευρύτερη κοινωνία θέλουν να ποδηγετήσουν με αποκλεισμούς και στερήσεις τα αντίστοιχα δικαιώματα άλλων;
Δε λείπει μόνο η σοβαρότητα αλλά και η δημοκρατικότητα, κυρίως, όλων αυτών, οι οποίοι χρειάζεται να υποστούν αναγκαστικά δημοκρατικό φροντιστήριο και αξιολόγηση εκπαίδευσης και κατάρτισης. Όλοι αυτοί που με την ισότητα των δικαιωμάτων των πολιτών διαφωνούν, ομοφυλόφιλων και μη, θα δέχονταν στις επιμέρους κοινωνίες που πρόσφατα εκλέχτηκαν βουλευτές να παραιτηθούν και να τεθούν στην κρίση επανεκλογής από τους πολίτες κάθε περιοχής; Ουδείς, ασφαλώς, θα το έπραττε, διότι άπαντες είναι πεπεισμένοι ότι ουδείς εξ αυτών θα επανεκλεγόταν!
Η Εκκλησία, που ζητάει δημοψήφισμα, ως μη όφειλε, σείοντας τη φτέρη, θα δεχόταν δημοψήφισμα για το χωρισμό Εκκλησίας και κράτους; Ασφαλέστατα, όχι, γιατί γνωρίζει πως πάνω από το 70% θα ψήφιζαν υπέρ του χωρισμού. Όμως, ούτε κάτι τέτοιο αποτελεί δικαίωμα της Εκκλησίας με ποιον θα είναι συνδεμένη σε συνύπαρξη, όπως δεν είναι αρμοδιότητα αυτής να απονέμει τα ατομικά δικαιώματα στους πολίτες κατά τις επιλογές της. Αυτά τα δικαιώματα είναι πολιτικά και την αρμοδιότητα έχει η Πολιτεία. «Ο Νόμος αλλάζει τον τρόπο ζωής κι αυτό δεν το επιτρέπω», δήλωσε ο Προκαθήμενος της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ξαφνιάζει αρνητικά τόσο η άδηλη σκέψη του
Προκαθήμενου, όσο και το α΄ ενικό! Από οφειλόμενο σεβασμό, κανένα άλλο σχόλιο στη δήλωση αυτή.
Ας πάμε, όμως, λιγάκι παραπέρα με πολύ σεβασμό προς τον κλήρο και λιγότερη υποκρισία από το σύνολο σχεδόν των ρασοφόρων. Αλήθεια, δεν υπήρξαν ποτέ ούτε υπάρχουν και σήμερα κληρικοί σε όλες τις βαθμίδες, από Ιεράρχες, μοναχούς και τον υπόλοιπο κλήρο που είχαν διαφορετική σεξουαλική επιλογή και όμοια με αυτήν που τώρα αποδοκιμάζουν και αρνούνται ως δικαίωμα στα ομοφυλόφιλα άτομα; Πόσα παραδείγματα με ονόματα δεν έχουν δει το φως της δημοσιότητας και μάλιστα από θρησκευτικά έντυπα όλα αυτά τα χρόνια; Μήπως δεν υπάρχουν ομοφυλόφιλοι κληρικοί και σήμερα, άγαμοι και έγγαμοι; Γιατί τόση υποκρισία; Εξάλλου η αγαμία στον κλήρο, στον Ιεραρχικό και Μοναχικό βίο, είναι όχι μόνο κοινωνικό αλλά και οικογενειακό πρόβλημα. Σε τι αποβλέπει η αγαμία;
Είναι ανίκανοι να δημιουργήσουν οικογένεια; Αν δε θέλουν οι ίδιοι, ας αφήσουμε τους σχετικούς Ιερούς Συνοδικούς κανόνες στην άκρη, γιατί άνθρωποι κληρικοί τους θέσπισαν προ αμνημονεύτων, σχεδόν, αιώνων και άρα οφείλουν να αναθεωρηθούν και να εκσυγχρονιστούν με την εξέλιξη της σημερινής ζωής. Τότε με ποιο δικαίωμα αντιδρούν στη διεκδίκηση ίσων δικαιωμάτων σε όλους τους άλλους, όταν οι ίδιοι διατηρούν για τους εαυτούς τους το δικαίωμα της αγαμίας; Αν οι άγαμοι κληρικοί αρνούνται να επιστρέψουν το δώρο της ζωής που πήραν από τους γεννήτορές τους και δεν αναλαμβάνουν την ευθύνη να γεννήσουν, να αναθρέψουν και να μορφώσουν δικά τους παιδιά και να συγκροτήσουν τη δική τους οικογένεια, σεβαστή η θέση τους από τους υπόλοιπους συνανθρώπους, τότε δεν έχουν κανένα απολύτως δικαίωμα να ορίζουν τη ζωή των άλλων και ασφαλώς των ομοφυλόφιλων ατόμων για το τι είδους συμβίωση και ποια μορφή – σύνθεση οικογένειας θέλουν, ποιο γάμο επιλέγουν, πόσα παιδιά και με ποιο τρόπο θα τεκνοποιήσουν ή θα υιοθετήσουν, όπως δικαιούνται όχι μόνο οι υπόλοιποι συμπολίτες τους και πλείστοι από τον εκκλησιαστικό κλήρο. Αν την αγαμία και την απόρριψη της οικογένειας υιοθετήσουν όλοι οι πολίτες, ως έχουν δικαίωμα και αυτοί, όπως ο Ανώτερος Κλήρος, τότε το ανθρώπινο γένος σε διάστημα 80-100 ετών θα αφανιστεί από τον πλανήτη μας. Αυτό δε θέλουν; Δυο μέτρα και δυο σταθμά ή ό,τι βούλεται να κάνει νόμιμα ο καθένας, εκτός από μερικούς που δε θα έχουν δική τους βούληση, αλλά τη βούληση των άλλων, αυτά δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά από μια ευνομούμενη και δημοκρατική πολιτεία. Οι αρνητές της ζωής δε δικαιούνται να γίνουν τιμητές της.
Η Εκκλησία ας δραστηριοποιηθεί στα του οίκου της και στα θέματά της που δεν είναι ούτε λίγα ούτε ασήμαντα. Πρωταρχικά ας επιδιώξει να καλύψει τα τεράστια κενά στον ενοριακό κλήρο της υπαίθρου που έχει συρρικνωθεί δραματικά. Ας μη διχάζει το εκκλησιαστικό πλήρωμα για θέματα που δεν άπτονται των αρμοδιοτήτων της, όπως στο παρελθόν με τις ταυτότητες, τις εικόνες στα δημόσια κτήρια, τον πολιτικό γάμο, την αποτέφρωση των νεκρών, την επιλεκτική τέλεση μυστηρίων Βάπτισης, Θείας Κοινωνίας, Τελετών ταφής και τόσα άλλα επουσιώδη, μπροστά στο μεγαλείο της αγάπης, της αποδοχής και της καταλλαγής που οφείλει να υπηρετεί με σύνεση και μεγαλοψυχία.
Ας αναλογιστεί η Εκκλησία ποιος στο θέμα αυτό συντάσσεται πίσω της και αν τους προσδίδει δύναμη και αίγλη ο κάθε Γιόγιακας, Βελόπουλος, Νατσιός, Κουτσούμπας, Σπαρτιάτες, παραεκκλησιαστικές οργανώσεις και παν σκοταδιστικό και απαίδευτο άτομο.
Ας προσέξουν και οι πολιτικοί, κυρίως οι κατέχοντες βουλευτικό αξίωμα. Η μεγάλη δεξαμενή ψηφοφόρων τους έχει δημοκρατικό ήθος και πολιτική καλλιέργεια. Όσοι αρνούνται να ψηφίσουν το επίδικο νομοσχέδιο, προσβλέπουν υποκριτικά στις ψήφους των ολίγων, δρουν απολύτως υποκριτικά και συμφεροντολογικά, θεωρούν δεδομένη τη στήριξη των πολλών που έχουν υψηλό δημοκρατικό φρόνημα και λοξοκοιτάζουν υποκριτικά στους λίγους που υπολογίζουν ότι θα σιγουρέψουν την επανεκλογή τους. Πλανώνται πλάνην…
Κοιτάζουν τους θάμνους και θεωρούν δεδομένο το δάσος. Τώρα γνωριζόμαστε καλύτερα. Το αφεντικό, ο λαός, οφείλει και θα κάνει τη μπουγάδα, όπως την έκανε στις πρόσφατες εκλογές που έβαλε στο περιθώριο της πολιτικής ζωής πάνω από 70 λίαν τοξικούς εθνοπατέρες. Υπάρχουν, ασφαλώς και οι εξαιρέσεις μιας μερίδας πολιτών που τους αρέσει η υποκρισία, ο ψεκασμός, οι κηραλοιφές, τα δύσοσμα θυμιατήρια, οι εφιάλτες του ναζισμού, ο δογματισμός του ολοκληρωτισμού, ο μισανθρωπισμός και οι κάθε είδους διακρίσεις. Αυτοί δεν πρόκειται να εκλείψουν, δεν έχουν, όμως τη δύναμη να κυριαρχήσουν. Κι αν προς στιγμήν δύσουν οι πάσης φύσεως Καρατζαφέρηδες, στο προσκήνιο θα εμφανιστούν με άλλο όνομα οι όμοιοί τους και ασφαλώς χειρότεροι ψηφοφόροι, για να ρυπαίνουν τη δημοκρατία και την πολιτική ζωή της χώρας.
Σ’ αυτή τη δεξαμενή των αντιδημοκρατικών, φασιστικοναζιστικών, αριστεροδογματικών, ακροδεξιών, σκοταδιστικών και ανεγκέφαλων πολιτών βουτάνε και τροφοδοτούνται με αξιώματα αιρετά όλοι αυτοί που γίνονται ανεκτοί για χάρη της δημοκρατίας, την οποία οι ίδιοι πολεμούν, αποστρέφονται και τη ματώνουν χωρίς ίχνος ντροπής. Αυτά οφείλουν να έχουν υπόψη τους όσοι συντάσσονται πίσω από αυτές τις αντιλήψεις, χαϊδεύουν τ’ αφτιά τους και προσδοκούν πελατειακή εκλογική στήριξη ή επιχειρούν να διχάσουν το λαό με κηρύγματα μίσους, κατηγοριοποίησης πολιτών και αλαζονείας.